Τὸ πατρικό μου χωριό, τὰ Βαλτόνερα, ἀνήκει διοικητικῶς στὸν δῆμο Ἀμυνταίου τοῦ νομοῦ Φλωρίνης καὶ ἐκκλησιαστικῶς στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Καστορίας. Ἂν καὶ γιὰ βιογραφικοὺς λόγους αἰσθάνομαι καὶ εἶμαι Φλωριναῖος στὴν καταγωγή, ὁμολογῶ ὅτι ἡ σύνδεση μὲ τὴν Καστοριὰ εἶναι ἐξίσου ἰσχυρὴ κι εὐλογημένη ὑπόθεση τῆς καρδιᾶς μου, στὸ δὲ πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου Σεραφεὶμ ἔβλεπα τὸν συνοδικῶς ἀπεσταλμένο ἄγγελο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μας.
Σήμερα ἔφθασε γοργὰ καὶ ᾽δῶ, στὴ γῆ τῆς ἀποδημίας, τὸ θλιβερὸ ἄγγελμα τῆς ἐκδημίας τοῦ Ποιμενάρχου μας. Ὁ ἄγγελός μας Σεραφεὶμ κίνησε ξαφνικὰ γιὰ τὸν θρόνο τοῦ Κυρίου τῆς δόξης. Πικρὴ ἡ εἴδηση γιὰ μᾶς τοὺς περιλειπόμενους· ὄχι ὅμως καὶ γιὰ τὸν ἴδιο, ἀφοῦ ἡ ζωή του ὅλη μύριζε Ἀνάσταση.
Κοντὰ ἕνα τέταρτο τοῦ αἰῶνος ὑπῆρξε τὸ σημεῖο ἀναφορᾶς στὴν ἐκκλησιαστικὴ λατρεία τοῦ χωριοῦ μας. Οἱ δεήσεις «ὑπὲρ τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Σεραφείμ» καὶ «ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν Σεραφείμ» ἀνέβαιναν διάπυρες πρὸς τὸν οὐρανό, ἀλλὰ ταυτόχρονα κινοῦνταν καὶ νοτιοδυτικῶς πρὸς τὴν ἕδρα του, τὴν πανέμορφη πόλη τῆς Καστοριᾶς, ὡς ἔκφραση εὐγνωμοσύνης γιὰ τὴν ἑνότητα ποὺ ζούσαμε στὸ πρόσωπό του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς πυκνὲς παρουσίες του, λόγῳ καὶ ἔργῳ, καὶ στὸ πιὸ ἀπόμερο χωριουδάκι τῆς ἐπαρχίας του.
Ὡς εὐεργετικὸς ἄνεμος ἦρθε καὶ σάρωσε ὅ,τι «λίμναζε» ἢ εἶχε παραδοθεῖ στὴ φθορὰ τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας καὶ τοῦ χρόνου ποὺ ὀνομάστηκε πανδαμάτωρ. Στὰ ἔτη τῆς ἀρχιερατείας του, δυνάμει κραταιᾷ, ἀνακαινίσθηκαν καὶ ἐξωραΐστηκαν, μὲ ἀνυπέρβλητη εὐαισθησία καὶ καλαισθησία, δεκάδες ἱεροὶ ναοί, παρεκκλήσια, ᾽ξωκκλήσια καὶ αὐτὴ ἡ μητροπολιτικὴ κατοικία, τὸ μικρό – μέγα κέντρο τῆς δικῆς του ζωῆς καὶ τῶν μελῶν τῆς τιμίας συνοδείας του, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν πιστῶν, ποὺ κατέφευγαν στὴν πατρικὴ στοργή του γιὰ νὰ βροῦν στήριξη στὶς μέριμνες καὶ στοὺς πόνους τοῦ βίου.
Τὰ χτίσματα διορθώθηκαν, βεβαίως, ὄχι γιὰ νὰ τεθοῦν σὲ μουσειακὴ χρήση, ἀλλὰ γιὰ νὰ λειτουργοῦνται, μὲ πρῶτο καὶ ἄριστο λειτουργὸ τὸν ἴδιο τὸν φιλακόλουθο Ἐπίσκοπό μας, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς νέους, ποὺ μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ ἀγάπης πατρικῆς εἰσήγαγε στὸ μυστήριο τῆς ἱεροσύνης. Τὸ λειτουργικὸ πρόγραμμά του πυκνό – πυκνότατο, γιὰ νὰ καλύπτει ὅλες τὶς κοινότητες τῶν ὀρθοδόξων τῆς Μητροπόλεώς του, ἀπὸ τὶς ἀκρώρειες τῆς Ἱεροπηγῆς, τοῦ Bιτσίου καὶ τῆς Κλεισούρας μέχρι τοὺς κάμπους τοῦ Ἄργους Ὀρεστικοῦ καὶ τοῦ Ἀετοῦ.
Κι ἐκτὸς ἀπὸ φιλακόλουθος, ὑπῆρχε καὶ φιλάγιος, ὅπως τὸν χαρήκαμε στὴν ἁγιοκατάταξη τῆς ὁσίας Σοφίας τῆς Κλεισούρας. Κι ἐκτὸς ἀπὸ φιλάγιος ὑπῆρχε καὶ φιλάνθρωπος, στὴν ἀρχόντισσα Καστοριὰ ἀρχοντικὸς ὁ ἴδιος στὸ ἦθος καὶ στὸν τρόπο τῆς προσφορᾶς. Σκορποῦσε τὴν ἀγάπη του ἀνεπιτήδευτα καὶ ἀδιαφήμιστα, ἀφοῦ ἔμοιαζε τόσο πολὺ τοῦ Κυρίου του. Προσερχόσουν νὰ πάρεις τὴν εὐχή του βαστώντας ἕνα δωράκι – ἢ ἀκόμα καὶ τίποτε σὲ μιὰ αὐθόρμητη ἐπίσκεψη -, ἦταν ὅμως ἀδύνατον ν᾽ ἀναχωρήσεις, ἂν δὲν εἶχες φορτωθεῖ μὲ τὰ πολλὰ δῶρα τῆς δικῆς του ἀγάπης.
Αὐτὴ ἡ θεοκίνητη ἀγάπη δὲν ἦταν φυσικὰ δυνατὸν νὰ περιορισθεῖ σὲ πράγματα· ἐπεκτεινόταν σὲ ἔμπρακτη ἔκφραση ἀλληλεγγύης καὶ συμπαράστασης· ἔχαιρε μ᾽ ὅσους χαίρονταν κι ἔκλαιγε μ᾽ ὅσους ἔκλαιγαν καὶ ἰδιαιτέρως φρόντιζε τὴν ἀνακούφιση τῶν νοσούντων, μὲ ἀλησμόνητο παράδειγμα πρὶν λίγα χρόνια τὴν πρότυπη περιποίηση τοῦ τότε βαρέως ἀσθενοῦντος Μωυσέως, τοῦ Ἁγιορείτου λογίου μοναχοῦ, μέχρι τὴν ἐν Κυρίῳ κοίμησή του.
Σήμερα ἐκοιμήθη, τόσο πρόωρα γιὰ μᾶς τοὺς χοϊκούς, ὁ ποιμένας τῆς Καστοριᾶς ὁ καλός· καὶ ᾽μεῖς, τὰ λογικὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, ἀναζητοῦμε ν᾽ ἀκούσουμε τὴ γνώριμη φωνή του, ποὺ κήρυττε τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα, διάδοχος ἐκλεκτὸς τοῦ ἄλλου ἐκλεκτοῦ Μητροπολίτου Γερμανοῦ Καραβαγγέλη, πρὸ πάντων ὅμως τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἐσταυρωμένο καὶ ἀναστάντα Κύριο τῆς δόξης.
Εὔχου, δέσποτα ἅγιε, γιὰ μᾶς τοὺς περιλειπόμενους, εἴτε εἴμαστε στὴν πατρίδα εἴτε στὶς νέες πατρίδες μας ἀνὰ τὴν οἰκουμένη, σὺ ποὺ εἶσαι πλέον μαζί Του ἀπὸ σήμερα στὴ βασιλεία Του.
Βόννη, 29 Δεκεμβρίου 2020