Ο θεολογικός τομέας γνωστός ως πολιτική θεολογία είναι στην εποχή μας από τους πιο δημοφιλείς στον θεολογικό κόσμο, εάν δεν είναι ο πιο δημοφιλής. Οι αντιλήψεις μας περί Ανατολής και Δύσεως πρέπει να αναθεωρηθούν μέσα στα πλαίσια της μέλλουσας Ορθόδοξης πολιτικής θεολογίας. Το πιο σημαντικό όμως είναι να θρυμματιστούν τα είδωλα του κράτους, του Βυζαντίου ή οποιουδήποτε πολιτικού πλάσματος ή φαντάσματος που υποκαθιστούν τον Χριστό. Θεωρείται ότι ο Γερμανός Κάρολος Schmitt βάπτισε αυτόν τον τομέα. Και ταυτόχρονα σχεδόν τον κήδεψε. Αυτός έφτιαξε μια πολιτική θεολογία η οποία ήταν να δικαιολογεί την φασιστική ιδεολογία. Υπήρξανε και οι άλλοι που προσπαθούσαν να βαδίζουν στα βήματα του Schmitt, ακόμα και στον Ορθόδοξο κόσμο, όπως π.χ. ο Ρουμάνος θεολόγος Νικηφόρας Crainic.
Τοιούτος τραυματισμός γέννησης, μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, προκάλεσε μια υπαρξιακή κρίση μέσα στην πολιτική θεολογία. Ως εκ τούτου, εκείνη είχε δύο οδούς να ακολουθήσει: είτε να αυτοκτονήσει ή να αναδημιουργηθεί. Ευτυχώς, το δεύτερο έγινε. Ένα καινούργιο πλάσμα με διαφορετικές δομές και προοπτικές, αλλά με την ίδια κατονομασία, πολιτική θεολογία, ανέκυψε.
Η αναδημιουργία της πολιτικής θεολογίας δεν σημαίνει ότι έπαυσαν οι απόπειρες της αυτοκτονίας της. Ακόμη και τώρα συμβαίνουν αυτές. Σύντομα μπορώ να αναφερθώ σε μια πολεμική συναλλαγή που έγινε περίπου 10-15 χρόνια πριν μεταξύ των Αμερικάνων διανοούμενων Mark Lilla[1], Paul Kahn[2],William Cavanaugh[3] και κάποιων άλλων. Αυτή η συναλλαγή αναπτύχθηκε γύρω από το ίδιο θέμα: εάν η κληρονομία του Καρόλου Schmitt και άλλων πολιτικών θεολόγων της γενιάς του μπορεί κάπως να σωθεί ή πρέπει εντελώς να εγκαταλειφθεί, μαζί με την πολιτική θεολογία καθαυτή.
Τέτοιες απόπειρες είναι μάλλον εξαιρέσεις στη Δύση, αλλά έγιναν σχεδόν ο κανόνας στην καθ’ημάς Ανατολή. Μέχρι πρόσφατα κυριαρχούσε η αντίληψη ότι μια Ορθόδοξη πολιτική θεολογία δεν δύναται να υπάρχει. Πρώτα, επειδή είναι ένα πλάσμα Δυτικής προέλευσης και γι’αυτό εξ ορισμού μια ψευδομόρφωση. Και δεύτερο, δεν συμβιβάζεται με το ασκητικό και κατανυκτικό ήθος της Ορθοδοξίας μας.
Όμως, όταν αρνείσαι να υπάρχει κάτι που δεν μπορείς να το αποφεύγεις, τότε αυτό έρχεται με μεγάλη δύναμη και σε ξαφνιάζει. Ακριβώς αυτό έχει συμβεί με την Ορθόδοξη πολιτική θεολογία. Ο πόλεμος της Ρωσίας που έχει σκοπό να εξουθενώσει και γενοκτονήσει τον ομόδοξο λαό της Ουκρανίας υποκυνείται από μια πολιτική θεολογία η οποία για πολύ χρόνο υπήρχε μη αναγνωρισμένη. Παραμένει μη αναγνωρισμένη από πολλούς σε περισσότερες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Ενώ οι δυτικές ετερόδοξες εκκλησίες άρχιζαν να την αναγνωρίζουν. Ίσως επειδή είχαν αναγνωρίσει την ύπαρξη της πολιτικής θεολογίας καθ’εαυτής.
Φρονώ πως είναι περιττή ως αυτονόητη η απόδειξη γιατί ο πόλεμος στην Ουκρανία διέπεται από μια πολιτική θεολογία. Έγινε αποδεκτό ότι η ιδεολογία του λεγόμενου Ρωσικού κόσμου αποτελεί το κύριο κίνητρό της. Για μεν τους έξωθεν αυτή είναι μια κοσμική ιδεολογία. Για εμάς δε πρόκειται για μια θεολογία. Ή μάλλον μια βαθέως εκκοσμικευμένη θεολογία. Δηλαδή μια θεολογία από την οποία διώχθηκε ο Θεός.
Παρά όλα ταύτα αυτή παραμένει μια πολιτική θεολογία, ίσως με την πρωτογενή έννοια καθώς αυτή συλλήφθηκε από το Κάρολο Schmitt.
Εμείς οι Ορθόδοξοι αντιμετωπίζουμε το ίδιο δίλλημα που το είχανε οι Δυτικοί μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο: να τη κάνουμε να αυτοκτονήσει ή να τη σώσουμε και να τη δώσουμε μια άλλη κατεύθυνση. Οι περισσότεροι ακροατές εδώ μάλλον θα συμφωνήσουν με το δεύτερο. Στον χρόνο που μου απομένει θα προσπαθήσω να κάνω μια πολύ πρόχειρη υπόδειξη ποια μπορεί να είναι η Ορθόδοξη πολιτική θεολογία της περιόδου μετά από τον μεγάλο διορθόδο πόλεμο τον οποίο διαπερνάμε.
Ακριβώς καθώς κατά την περίοδο της μεταπολεμικής δυτικής πολιτικής θεολογίας η οποία δεν μπορούσε να ήταν άλλη παρά την «θεολογία μετά το Auschwitz», μια σύγχρονη Ορθόδοξη πολιτική θεολογία δεν δύναται να είναι άλλη παρά μια «θεολογία μετά τη Μπούτσα». Ή να το πω αλλιώς: το κύριο ερώτημα της μεταπολεμικής δυτικής πολιτικής θεολογίας ήταν: πως μπορεί να υπάρχει ο Θεός δεδομένου του Άουσβιτς. Το δικό μας ερώτημα πρέπει να είναι: ποια Ορθοδοξία είναι δυνατή δεδομένης της Μπούτσας;
Οι περισσότεροι Ορθόδοξοι δεν έχουν φτάσει ακόμη στη φάση να αναρωτιούνται με αυτό τον τρόπο. Πολλοί ακόμη δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ότι η Μπούτσα υπήρχε. Επηρεάζονται από τις θεωρίες συνομωσίας περισσότερο από τη αποδεδειγμένη πραγματικότητα. Θεωρίες συνωμοσίας είναι καταφύγιο ιδεών όχι μόνο για τους απλούς πιστούς, αλλά ακόμη και για αρκετούς ιεράρχες και θεολόγους. Φρονώ πως ένα από τα καθήκοντα της μέλλουσας Ορθόδοξης πολιτικής θεολογίας είναι να καταλογίσει και να αποδομήσει διάφορες θεωρίες συνομωσίας που κυκλοφορούν στον πανορθόδοξο κοινό. Πρέπει επίσης να αναγνωρίσει ότι διάφορες ψεύτικες θεωρίες και πολίτικο-θεολογικές ψευδομορφώσεις διέπονται όχι μόνο από τις δυτικές επηρεάσεις, αλλά υποκρύβονται μέσα στις ταυτότητές μας που έχουν διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια των αιώνων. Η ταύτησή μας με τις αυτοκρατορίες του παρελθόντος, με τα έθνη και τις φυλές, ακόμα ακόμα και με την Ανατολή, καθιστούν προϋποθέσεις για ψευδομορφώσεις. Δηλαδή, ο ανατολιτισμός και αντιδυτικισμός έχουν οδηγήσει μερικούς από μας στο να αρνηθούμε την ίδια Ορθοδοξία και μάλιστα τον Χριστό. Αυτό το βλέπουμε καθαρά σε περίπτωση της τρέχουσας Ρωσικής πολιτικής θεολογίας η οποία προσπαθεί να δικαιολογήσει τον πόλεμο με βάση τη δήθεν αυτοάμυνα από τις φαντασιώδεις Δυτικές εισβολές. Οι αντιλήψεις μας περί Ανατολής και Δύσεως πρέπει να αναθεωρηθούν μέσα στα πλαίσια της μέλλουσας Ορθόδοξης πολιτικής θεολογίας.
Εν τούτοις η αποδόμηση πρέπει να συνδέεται με αναδόμηση. Ποια λοιπόν θετική πολιτική θεολογία μπορούμε να αναδομήσουμε για να αποδομήσουμε τις ψεύτικες πολιτικές θεολογίες; Αυτή, φρονώ, πρέπει να ανταποκρίνεται σε κάποια κριτήρια. Το πιο βασικό κριτήριο θα είναι η θεολογία αυτή να αποτρέπει κάθε απόπειρα πολέμου, βίας, και δικτατορίας. Πρέπει να τρέφει σεβασμό προς τη ζωή, αξία και ελευθερία κάθε ανθρώπου. Αυτό το κριτήριο μας φαίνεται αυτονόητο, αλλά στην πραγματικότητα συχνά δεν μεταφράζεται σε μια πιο υγιή πολιτική θεολογία, ενώ πρέπει να μεταφραστεί σ’αυτή. Πιο εύκολα μεταφράζεται σε μια πολιτική θεολογία η ανατολική μας ταυτότητα η οποία συνήθως μετατρέπεται στον αντιδυτικισμό. Εκείνος εμπνέει πολλούς από μας να σχετικοποιούμε την ιδέα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντί να το κάνουμε αυτό πρέπει να σκεφτόμαστε καλύτερα πως να την ερμηνεύσουμε αυτήν την ιδέα μέσα στα παραδοσιακά θεολογικά μας πλαίσια.
Πιστεύω αυτά πρέπει να είναι τα πιο βασικά κριτήρια για μια μέλλουσα μεταπολεμική Ορθόδοξη πολιτική θεολογία. Δεν θέλω και δεν μπορώ να τη σχεδιάσω ολοκληρωτικά. Και κανείς δεν πρέπει ούτε να προσπαθεί να το κάνει αυτό. Η θεολογία αυτή πρέπει να αναπτύσσεται ελεύθερα και αυθόρμητα. Χωρίς όμως να παραβιάσει τα όρια στα οποία αναφέρθηκα προηγουμένως.
[1] Lilla, Mark. The Stillborn God : Religion, Politics, and the Modern West. Knopf. Knopf, 2007.
[2] Kahn, Paul W. Political Theology : Four New Chapters on the Concept of Sovereignty. Columbia University Press. 2011.
[3] Cavanaugh, William T. “Am I Impossible?: A Poitical Theologian’s Response to Kahn’s Political Theology.” Political Theology 13, no. 6 (December 1, 2012): 735–40.