Η εναρκτήρια συνεδρίαση, εν μέσω των παγκόσμιων αναταραχών, ήταν αφιερωμένη στην καθοδήγηση της Εκκλησίας προς «ασφαλή λιμάνια» και την ενίσχυση της ελπίδας.
Ο Προκαθήμενος ξεκίνησε την ομιλία του ευχαριστώντας τον Κύριο για τη συνάντηση παρά τις «σκληρές και δύσκολες συνθήκες», αλλά αμέσως έθεσε στο προσκήνιο το μεγαλύτερο τραύμα του Πατριαρχείου: την υπόθεση των απαχθέντων Μητροπολιτών του Χαλεπίου, Παύλου και Ιωάννη, η οποία, όπως κατήγγειλε, αντιμετωπίζεται μόνο με τη σιωπή και την αδιαφορία του κόσμου.
Τόνισε ότι η Εκκλησία της Αντιοχείας είναι μία ενιαία οικογένεια που εκτείνεται από την Αντιόχεια στα πέρατα της γης, περιλαμβάνοντας τη Διασπορά, και ο ρόλος της δεν περιορίζεται μόνο στο ποιμαντικό έργο.
Στη συνέχεια, ο Πατριάρχης Ιωάννης καθόρισε τον ρόλο της Εκκλησίας ως «φωνή της αλήθειας σε πολλούς τομείς, όπως η πολιτική, η οικονομία και η διακονία του πλησίον».
Έστειλε ένα σαφές μήνυμα παραμονής και σταθερότητας, διακηρύσσοντας: «Είμαστε Αντιοχειανοί, θα παραμείνουμε Αντιοχειανοί, και θα μείνουμε στην Αντιοχειανή γη, οπλισμένοι με την ελπίδα που δεν είναι απλή ανθρώπινη αισιοδοξία, αλλά πλήρης εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις του Θεού».
Υποσχέθηκε μάλιστα ότι «οι καμπάνες των Εκκλησιών μας θα συνεχίσουν να χτυπούν».
Οι Ιεράρχες της Ιεράς Συνόδου προχώρησαν σε προσευχή για τους μάρτυρες της πρόσφατης βομβιστικής επίθεσης στην Εκκλησία του Προφήτου Ηλία στη Δαμασκό.
Στο πλαίσιο των εργασιών, ο Μητροπολίτης Νέας Υόρκης και πάσης Βορείου Αμερικής Σάββας παρουσίασε αναλυτική έκθεση για την κατάσταση, το όραμα και τις μελλοντικές φιλοδοξίες της κρίσιμης Επαρχίας της Διασποράς, παρουσία μελών του Διοικητικού της Συμβουλίου, τονίζοντας το βάθος της Αντιοχειανής ενότητας.



