Όλη η Σχολή συγκεντρώθηκε σήμερα, δάσκαλε, εδώ για να σε αποχαιρετήσουμε σε τούτη την αναστάσιμη εξόδιο ακολουθία. Εδώ είναι ο Κοσμήτορας της Σχολής, εδώ είναι ο Πρόεδρος του Τμήματος, εδώ είναι όλες οι συναδέλφισσες και όλοι οι συνάδελφοί σου μαζί με τους φίλους σου και τους συγγενείς σου. Από κανένα δεν βγαίνουν δυο λόγια εύκολα να πει, κανείς δεν θεωρεί ότι μπορεί να πει κάτι που θα περιέγραφε επάξια την προσωπικότητά σου, την επιστημοσύνη σου, το ήθος σου. Μου τηλεφώνησε χθες βράδυ ο Κοσμήτορας. «Δεν του πρέπει του δασκάλου μας να τον αποχαιρετήσουμε με κάποια τυπικά λογύδρια για την προσφορά του στον κλάδο», μου είπε. «Πες κάτι εσύ εκ μέρους όλων μας», μου είπε, «άλλωστε, πάντοτε στο γραφείο σου συναντιόμασταν και τον ακούγαμε».
Όμως ούτε κι απ᾽ αυτή τη θέση, εκπροσωπώντας τον Κοσμήτορα, θα μπορούσα να κάνω μια διεξοδική αναφορά στο έργο σου, δάσκαλε, ούτε μια αναλυτική απαρίθμηση των μελετών του, σαν να μπορούσε ποτέ να χωρέσει η βιωτή και το ήθος σου σε λόγια και σε αριθμούς. Άλλωστε, όσο πιο εκτεταμένος γίνεται ένας τέτοιος λόγος τόσο δυσκολότερα αναγνωρίζει κανείς στις λεπτομέρειές του το πρόσωπο που γνώρισε κι αγάπησε. Κι εγώ σε γνωρίζω, δάσκαλε, από το 1972. Μισό αιώνα και κάτι μήνες σε διαβάζω και σε ακούω αδιάλειπτα. Και όλα αυτά τα χρόνια μόνον έδινες, έδινες απλόχερα σε όποιον σε πλησίαζε. Σε είχα δάσκαλο ακόμα και όταν αξιώθηκα να με αποκαλέσεις «κύριε συνάδελφε». Γιατί δάσκαλος δεν είναι αυτός που μεταδίδει γνώσεις στους μαθητές του, από αυτές μου χάρισες άπειρες, αλλά αυτός που μεταδίδει ήθος. Θυμάμαι κάποτε σε κάποια συζήτησή μας που είπα κάτι που σου άρεσε και το σημείωσες. «Δημοσίευσέ το», μου είπες, «για να μπορώ να σε παραπέμψω». Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. «Δάσκαλε», σου είπα, «ό,τι ξέρω το έμαθα από ᾽σένα, δικά σου είναι αυτά που λέω με άλλα λόγια, εσύ θα παραπέμψεις σ᾽ εμένα;» Κι όμως δεν δημοσίευσες ποτέ εκείνο το άρθρο που ετοίμαζες, γιατί δεν ήθελες να παραλείψεις την παραπομπή.
Δεν θα μιλήσω, λοιπόν, για τους ακαδημαϊκούς σου τίτλους, ούτε θα απαριθμήσω τις διεθνείς τιμητικές διακρίσεις, ούτε θα αναφερθώ στην επιστημονική σου παραγωγή που συνοδεύτηκε από πρωτοποριακή για την ελληνική βιβλιογραφία έρευνα. Άλλωστε, τα μελετήματά σου ακόμη κυκλοφορούν ευρύτατα και διαβάζονται από πολλούς ανθρώπους που θέλουν να προσεγγίσουν βαθύτερα την Αγία Γραφή. Αν θα έπρεπε όμως να υπογραμμίσω ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του συγγραφικού σου έργου, αυτό θα ήταν η μέριμνά σου, ώστε η έρευνές σου στον κόσμο της Καινής Διαθήκης να μην είναι μια στείρα ακαδημαϊκή προσέγγιση, αποκομμένη από τη διακονία του πληρώματος της Εκκλησίας, αλλά να την υπηρετεί και να αφουγκράζεται τις ανάγκες της.
Από αυτή την αγάπη και το ενδιαφέρον σου για την Εκκλησία υποκινούμενος πάντοτε ανέλαβες από πολύ νωρίς πρωταγωνιστικό ρόλο στο μεταφραστικό έργο της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας, συμμετέχοντας με άλλους συναδέλφους σου στην εκπόνηση της πλέον έγκυρης επιστημονικά και θεολογικά μετάφρασης της Καινής Διαθήκης στα νέα Ελληνικά. Και είναι η ίδια αγάπη και το ενδιαφέρον για την Εκκλησία και την λειτουργική της παράδοση που σε ώθησαν να εργαστείς με ιδιαίτερη φιλοτιμία για την ανάδειξη της αξίας του βυζαντινού κειμένου της Καινής Διαθήκης και τη συμπερίληψη του στην κριτική έκδοση των Nestle-Aland της Γερμανικής Βιβλικής Εταιρίας, της οποία υπήρξες μέλος της πενταμελούς εκδοτικής επιτροπής.
Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου είναι πάντοτε σκληρός. Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να τον απαλύνει, όσο κι αν εμπιστεύεται τη δύναμη του Θεού να νικάει τον θάνατο, δεν παύει να βιώνει τον θάνατο σαν τραγική απώλεια. Αν, ίσως, κάτι μπορεί να παρηγορήσει το πένθος μας, είναι η εμπιστοσύνη στα λόγια του Χριστού, ο οποίος στην τελευταία λίγο πριν από το πάθος προσευχή του προς τον Πατέρα του είπε:
Εσύ έδωσες στον Υιό σου εξουσία πάνω σε όλους τους ανθρώπους· έτσι κι αυτός θα δώσει την αιώνια ζωή σε όλους αυτούς που του εμπιστεύτηκες.
Γνωρίζοντας πως ο κεκοιμημένος δάσκαλός μας ήταν αληθινό μέλος της Εκκλησίας, ας προσευχηθούμε ο Χριστός να τον υποδεχθεί και να τον διατηρήσει μέσα στο πλήρωμα της αγάπης του.