Ενώπιον της ιστορικής της ευθύνης έθεσε την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου η Πρόεδρος της ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά τον επικήδειο που εκφώνησε το μεσημέρι στον Καθεδρικό ναό της Λευκωσίας στην ιστορική, από πολλές πλευρές, εξόδιο ακολουθία του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄.
Σε μια κίνηση ιδιαίτερου συμβολισμού η ελλαδική και κυπριακή, πολιτειακή, πολιτική και θρησκευτική ηγεσία στάθηκαν κάτω από τον ίδιο τρούλο στην καρδιά της Λευκωσίας, για να τιμήσουν τον άνθρωπο που επανέφερε την Εκκλησία της Κύπρου στο αρχαίο κάλος της αλλά και ενίσχυσε με ιδιαίτερο ζήλο τους ιερούς δεσμούς της Μεγαλονήσου με τον Οικουμενικό Θρόνο αλλά και την παγκόσμια Ορθοδοξία.
«Αυτή είναι η παράδοση, η θέση και η αποστολική ταυτότητα της Εκκλησίας της Κύπρου τις οποίες διαφύλαξε ως κόρην οφθαλμού και καλλιέργησε, χάρη στην ακάματη προσφορά, τη γενναιότητα, το θάρρος και το ισχυρό θρησκευτικό και εθνικό του αισθητήριο ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κύρος Χρυσόστομος Β΄.» τόνισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας για να συμπληρώσει με νόημα πως «Τη μοναδική αυτή ταυτότητα καλούνται τώρα να υπηρετήσουν, συναισθανόμενοι το ιστορικό βάρος που θα κληθούν να πάρουν οι επιγενόμενοι».
Κατέληξε δε με τη βεβαιότητα «…ότι ακολουθώντας τη στέρεη παρακαταθήκη του εκλιπόντος θα σταθούν στο ύψος του αρχαίου αυτού αρχιεπισκοπικού θρόνου του μείζονος Ελληνισμού».
Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΡΗΝΗΣΕ ΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ
Η εκπροσώπηση της Ελλάδας στην εξόδιο ακολουθία ήταν στο ανώτατο επίπεδο. Σε πολιτειακό επίπεδο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σε πολιτικό η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Ν. Κεραμέως, αλλά και οι βουλευτές της μείζονος αντιπολίτευσης Γ. Αμανατίδης και Ν. Κασιμάτη και σε εκκλησιαστικό ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος έστειλαν το μήνυμα της ενότητας το οποίο έγινε ακόμη πιο ισχυρό από την παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη αλλά και του Πατριάρχη Αλεξανδρείας.
Αυτήν την ενότητα και την αξία της ανέδειξε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογραμμίζοντας πως «Ελληνισμός και Κύπρος, αποτελούν έννοιες αλληλένδετες, βασισμένες σε δύο ακατάλυτα μέσα στον χρόνο στοιχεία: θρησκεία και γλώσσα».
Θύμισε δε την στάση που τήρησε ο μακαριστός Προκαθήμενος απέναντι στις ιστορικές προκλήσεις που αντιμετώπισε η Εκκλησία επί των ημερών του λέγοντας με νόημα πως «Η Εκκλησία της Κύπρου, εκτός από την μεγάλη σημασία της για την επιβίωση και την ανάπτυξη του Κυπριακού Ελληνισμού, υπήρξε πάντοτε συνοδοιπόρος της μητέρας όλων των ορθοδόξων Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, καθώς και των Πατριαρχείων Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας. Συμμετείχε, εξάλλου, στο μεγαλύτερο εκκλησιαστικό γεγονός του 21ου αιώνα, στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας που έγινε στην Κρήτη, και αναγνώρισε το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ουκρανίας.».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ
«Από τα βάθη της καρδιάς μου συμμετέχω κι εγώ, εκπροσωπώντας την Ελληνική Δημοκρατία, στο βαρύ πένθος της Αποστολικής Εκκλησίας της Κύπρου για την εκδημία του Αρχιεπισκόπου Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κυρού Χρυσοστόμου Β΄, από κοινού με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, τα Πρεσβυγενή μας Πατριαρχεία, τις αυτοκέφαλες ορθόδοξες εκκλησίες, τον απανταχού Ελληνισμό, καθώς και το σύνολο του χριστιανικού κόσμου.
Τιμάμε τον αοίδιμο Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος κατέλιπε ιστορικής σημασίας έργο για την Εκκλησία της Κύπρου, τη μόνη που έλαβε το αυτοκέφαλο με απόφαση Οικουμενικής Συνόδου και ανά τους αιώνες ανέδειξε σεπτή χορεία Ιεραρχών, οι οποίοι όχι απλώς αφιέρωσαν τη ζωή τους στη διακονία του έθνους, αλλά σε ζοφερούς και χαλεπούς καιρούς δεν δίστασαν να τη θυσιάσουν.
Η μαρτυρική τους αυτή προσφορά προετοίμασε και ενέπνευσε τους αγώνες του Κυπριακού Ελληνισμού για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Μια αδιάσπαστη συνέχεια αιώνων ιστορίας που συνέχεται με την ελληνική γλώσσα και την Ορθοδοξία και φέρνει στο νου τον στίχο του ποιητή του 19ου αιώνα, Βασίλη Μιχαηλίδη, γραμμένους στη γνήσια και ρωμαλέα τοπολαλιά: “Η Ρωμιοσύνη εν’ φυλή συνόκαιρη του κόσμου / Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη!”. Ή τα λόγια του μακαριστού Αρχιεπισκόπου, “έχουμε βαθιές ρίζες και δεν είναι εύκολο να ξεριζωθούν ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία από την Κύπρο”.
Ελληνισμός και Κύπρος, άλλωστε, αποτελούν έννοιες αλληλένδετες, βασισμένες σε δύο ακατάλυτα μέσα στον χρόνο στοιχεία: θρησκεία και γλώσσα. Εδώ, στη λαμπερή αυτή Νήσο της Μεσογείου, συναντήθηκαν οι αρχαίες φιλοσοφικές αναζητήσεις για το αληθές και το δίκαιο με τη διδασκαλία του χριστιανισμού περί θείου Λόγου – μια συνάντηση που δημιούργησε έναν απαράμιλλο πνευματικό πολιτισμό με διαχρονική και πανανθρώπινη αξία.
Η Εκκλησία της Κύπρου, εκτός από την μεγάλη σημασία της για την επιβίωση και την ανάπτυξη του Κυπριακού Ελληνισμού, υπήρξε πάντοτε συνοδοιπόρος της μητέρας όλων των ορθοδόξων Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, καθώς και των Πατριαρχείων Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας. Συμμετείχε, εξάλλου, στο μεγαλύτερο εκκλησιαστικό γεγονός του 21ου αιώνα, στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας που έγινε στην Κρήτη, και αναγνώρισε το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ουκρανίας.
Αυτή είναι η παράδοση, η θέση και η αποστολική ταυτότητα της Εκκλησίας της Κύπρου, τις οποίες διαφύλαξε ως κόρην οφθαλμού και καλλιέργησε, χάρη στην ακάματη προσφορά, τη γενναιότητα, το θάρρος και το ισχυρό θρησκευτικό και εθνικό του αισθητήριο ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κυρός Χρυσόστομος Β’. Την μοναδική αυτή ταυτότητα καλούνται τώρα να υπηρετήσουν, συναισθανόμενοι το ιστορικό βάρος που θα κληθούν να άρουν, οι επιγενόμενοι. Είμαι βέβαιη ότι, ακολουθώντας την στέρεη παρακαταθήκη του εκλιπόντος, θα σταθούν στο ύψος του αρχαίου αυτού Αρχιεπισκοπικού Θρόνου του μείζονος Ελληνισμού.
Αιωνία του η μνήμη!».