Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι, καθώς σε λίγα εικοσιτετράωρα αρχίζει μία σειρά από κρίσιμες ψηφοφορίες εντός του κονκλαβίου των εκλεκτόρων καρδιναλίων, οι οποίες θα αναδείξουν τον επόμενο Επίσκοπο Ρώμης. Τα μάτια όχι μόνο του ρωμαιοκαθολικού, αλλά και όλου του χριστιανικού κόσμου και θα τολμούσα να πω όλης της οικουμένης είναι στραμμένα στη μεγάλη πλατεία της βασιλικής του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, μέχρι τη στιγμή που θα ξεπροβάλει ο λευκός καπνός από την καμινάδα της Καπέλα Σιξτίνα και ο εντεταλμένος καρδινάλιος θα αναγγείλει στην πόλη και στον κόσμο (“urbi et orbi”) ότι έχουμε Πάπα (“Habemus Papam”).
Κατά τη δωδεκαετή ποιμαντορία του, ο Πάπας Φραγκίσκος άφησε ένα ισχυρό αποτύπωμα στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, καθώς, μεταξύ άλλων, περιέλαβε στην ατζέντα του ζητήματα, όπως η θέση της γυναίκας στην κοινωνία και την Εκκλησία, η μετανάστευση, το φαινόμενο του trafficking, η κλιματική κρίση και η κλιματική δικαιοσύνη, η ξενοφοβία, ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, η κοινωνική δικαιοσύνη και οι σύγχρονες δομές εκμετάλλευσης. Τόνιζε χαρακτηριστικά ότι η αδιαφορία για τους φτωχούς αδελφούς του Χριστού συνιστά έκπτωση από την αλήθεια του Ευαγγελίου και στιγμάτιζε την υποκρισία, που συχνά φωλιάζει στα εκκλησιαστικά περιβάλλοντα. Στην προσφάτως εκδοθείσα αυτοβιογραφία του σημειώνει: “Το είπα πολλές φορές στους ιερείς και στους λαϊκούς του Μπουένος Άιρες: ας βγούμε, ας βγούμε προς τα έξω, προτιμώ μια Εκκλησία ταλαιπωρημένη, πληγωμένη και βρόμικη επειδή βγήκε στους δρόμους, παρά μια Εκκλησία ασφυκτική, άρρωστη από την κλεισούρα και το βόλεμά της στα όρια της δικής της ασφάλειας” (Πάπα Φραγκίσκου, Ελπίδα. Η αυτοβιογραφία, μτφρ. Α. Παπασταύρου, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2025, σ. 211).
Η “Εκκλησία της εξόδου”, που οραματιζόταν ο Πάπας Φραγκίσκος δεν είναι ένας χώρος “τακτοποιημένων”, “νοικοκυραίων” ή πολύ περισσότερο μία λέσχη “σεσωσμένων”, αλλά η χαρά της συμπερίληψης ή, επί το ευαγγελικότερον, το δείπνο της βασιλείας του Θεού για όλους, ακόμη και (ή κυρίως) για τους αδικημένους, τους απόκληρους, τους περιθωριοποιημένους, με μια κουβέντα τους ηττημένους της ιστορίας, για τους οποίους θα ισχύει πάντα το “ἔτι τόπος ἐστί” (Λουκ. 14, 22). Γράφει χαρακτηριστικά ο Πάπας: “Αν το κονκλάβιο είναι η στιγμή του extra omnes (όλοι έξω), η Εκκλησία χαρακτηρίζεται αντίθετα από το intra omnes (όλοι μέσα)…Όλοι είναι καλεσμένοι…Το Ευαγγέλιο απευθύνεται σε όλους και δεν καταδικάζει τους ανθρώπους, τις τάξεις, τις συνθήκες, τις κατηγορίες, αλλά περισσότερο τις ειδωλολατρίες, όπως την ειδωλολατρία του πλούτου, που κάνει τους ανθρώπους άδικους, αναίσθητους απέναντι στην κραυγή όσων υποφέρουν” (Πάπα Φραγκίσκου, Ελπίδα…, ό.π., σ. 230).
Η παρουσία τόσων ηγετών και αντιπροσωπειών κρατών στην εξόδιο ακολουθία του Πάπα Φραγκίσκου κατέδειξε με τον πλέον σαφή τρόπο όχι μόνο την τεράστια σημασία του Βατικανού στην αρχιτεκτονική των διεθνών σχέσεων και μάλιστα σε μία εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο, αλλά και τον αναμφισβήτητο ρόλο του ως ενός από τους σημαντικότερους φορείς ήπιας ισχύος των ημερών μας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον η απόφαση του κονκλαβίου που ξεκινάει το απόγευμα της 7ης Μαΐου 2025 έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον όχι μόνο για τις διαχριστιανικές σχέσεις, αλλά και πέραν αυτών.
Είναι γεγονός ότι ο Φραγκίσκος κατόρθωσε να βάλει τη σφραγίδα του και στο κονκλάβιο που θα επιλέξει τον διάδοχό του. Η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του αποτελεί προσωπική επιλογή του αποθανόντος Πάπα. Επιπλέον, ο ίδιος κατέστησε το κονκλάβιο περισσότερο διεθνές και λιγότερο ευρωκεντρικό, αναγνωρίζοντας προφανώς τη νέα πραγματικότητα που αναδύεται σταδιακά εδώ και δεκαετίες και φέρνει τον λεγόμενο “παγκόσμιο Νότο” στην αριθμητική πρωτοπορία του ανά την υφήλιο χριστιανισμού.
Ωστόσο, η σκέψη και ο προβληματισμός όλων μας παραμένει και συνοψίζεται στον τίτλο δημοσιεύματος των τελευταίων ημερών: “Ο γεφυροποιός «έφυγε», οι γέφυρες θα παραμείνουν;”. Η εκλογή του νέου Ποντίφηκα είναι το ύπατο διακύβευμα για τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και γι’ αυτό οι διαφωνίες γύρω από τα πρόσωπα και οι διαφορετικοί θεολογικοί και άλλοι προσανατολισμοί είναι όχι μόνο αναμενόμενοι, αλλά και ιστορικά μαρτυρημένοι. Το θεμελιώδες ερώτημα είναι αν ο επόμενος ηγέτης της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας θα υιοθετήσει και σε ποιο βαθμό την ατζέντα του Πάπα Φραγκίσκου. Ακούστηκαν ήδη απόψεις που έκαναν λόγο για την ανάγκη ευθυγράμμισης της πορείας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στο εξής με πιο “μετρημένες” και “παραδοσιακές” θέσεις, επισείοντας μάλιστα και τον κίνδυνο σχίσματος στην περίπτωση που συνεχιστεί η ατζέντα του Πάπα Φραγκίσκου από τον διάδοχό του. Ακούστηκαν, επίσης, απόψεις που θεωρούν επιβεβλημένη τη συνέχιση του δρόμου που χάραξε ο κεκοιμημένος Ποντίφηκας. Είναι βέβαιο ότι οι δύο αυτές θέσεις θα διασταυρωθούν εντός του κονκλαβίου. Είναι, επίσης, βέβαιο ότι θα διασταυρωθούν μέσα στην Καπέλα Σιξτίνα ο “παγκόσμιος Νότος” με τον “ρωμαιοκεντρισμό”, δηλ. η ανάδειξη νέων πόλων χριστιανικής μαρτυρίας με την έμφαση στη συγκεντρωτική γραφειοκρατία του Βατικανού. Η τελική απόφαση βρίσκεται στα χέρια των εκλεκτόρων καρδιναλίων, οι οποίοι οφείλουν να ακούσουν τα μηνύματα των καιρών, αν φυσικά επιθυμούν η χριστιανική πίστη να νοηματοδοτεί την ύπαρξη των ανθρώπων του σήμερα.