«Γιά τούς μεγάλους, γιά τούς ἐλεύθερους, γιά τούς γενναίους, τούς δυνατούς, ἁρμόζουν τά λόγια τά μεγάλα, τά ἐλεύθερα, τά γενναῖα, τά δυνατά». Αὐτή ἡ ἀξιακή παρακαταθήκη τοῦ Νικόλαου Ἐγγονόπουλου ὁριοθετεῖ τόν σημερινό ἔπαινο. Θέτει τή μετρική δομή καί τό περιεχόμενο, προκειμένου ἡ «τῶν λόγων ἐπιρροή», κατά τόν Εὐστάθιο Θεσσαλονίκης, νά καταστεῖ ἕνα βαθύτερο ἐγκώμιο τοῦ ἐναρέτου βίου.
Ὁ Λαρίσης Ἱερώνυμος συνθέτει ἀρετίζων τίς ταυτοτικές ποιότητες τῆς ἑλληνικῆς σκέψης, τοῦ ἑλληνικοῦ ἤθους, τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τῆς θρησκεύουσας ἑλληνικῆς ψυχοσύνθεσης, καί «λευκοφόρος τήν διάνοιαν» πορεύεται στή διακονία τοῦ Λόγου, προσπαθώντας νά ἀποκαταστήσει, ἀπό τίς νύξεις πού βρίσκει διάσπαρτες μέσα στόν κόσμο αὐτόν, μιάν ἀθωότητα τόσο ἰσχυρή, πού νά ξεπλένει τό ἄδικο καί νά ἐξαναγκάζει τούς ἀνθρώπους νά μειώνουν τόν βαθμό τῆς βαρβαρότητάς τους.
Οἱ ρέκτες τῆς θεολογίας, ἔκπαλαι, χρησιμοποίησαν γιά τήν κατανόηση τοῦ νόμου τοῦ οὐρανοῦ τούς ὅρους «ἀποφατικός» καί «καταφατικός», γιά τήν κατανόηση τοῦ νόμου τῆς Γῆς, τούς ὅρους «ἀδύναμος» καί «ἰσχυρός», γιά τήν κατανόηση τοῦ νόμου τῶν ἀνθρώπων τούς ὅρους «ἀγάπη» καί «δικαιοσύνη». Οἱ θύραθεν σχολιαστές, κατά κανόνα, θεωροῦν τήν ἀγάπη ἀδύναμη καί τή δικαιοσύνη ἰσχυρή- αὐτό ὅμως εἶναι λάθος, ἡ ἀγάπη εἶναι ἰσχυρή καί ἡ δικαιοσύνη ἀδύναμη. Διότι ἡ κίνηση τῆς ἀγάπης εἶναι ἐξωστρεφής, καί ἔτσι εἶναι ἀπόλυτη καί ἰσχυρή- ἡ δικαιοσύνη συσσωματώνει, ἡ κίνησή της εἶναι ἐσωστρεφής, καί ἔτσι ἐμφανίζεται ἐξωτερικά ὡς ἀδύναμη. Ὁ ἠθικός νόμος διαχέεται καθολικά σέ ὅλα τά πράγματα- ἡ ἀγάπη δέν μπορεῖ νά τόν ἐξαντλήσει, ἀλλά μπορεῖ νά τόν ὑπονοεῖ στήν πλήρη οὐσιαστική του σημασία. Ἄν γνωρίζουμε τό θετικό, γνωρίζουμε καί τό ἀρνητικό- ἄν γνωρίζουμε τήν ἀγάπη, γνωρίζουμε καί τή δικαιοσύνη.
Αὐτά τά ἐπισημαίνω γιά νά ὑπομνηματίσω τήν ἐλκτική διάθεση τοῦ Ἐπισκόπου Λαρίσης πρός τή διασφάλιση αὐτῶν τῶν δύο ἀρετῶν. Τή διάθεσή του νά ἀγγίζει τό ἄπειρο καί νά σφυρηλατεῖ τό χρηστόν. Ἰερουργός καί νομικός. Ἀγαπώντας, συνάμα, τήν ὡραιότητα καί δραματικότητα τῆς «Ἑλληνίδος φωνῆς», διότι στήν ὑψηλότερή της ἔκφραση πλησιάζει περισσότερο -τό κατά τ’ ἄλλα ἀσύλληπτο ἀπ’ τήν πεπερασμένη διάνοια- θεϊκό «Εἶναι». Ἐκφέρει μέσα ἀπό αὐτά τήν ἀναλλοίωτη οὐσία τῆς ἠθικῆς, πού ὡς γνωσιολογικό ὑποκείμενο εἶναι ἡ νοηματική ἑνότητα τῶν νόμων.
Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης κ. Ἱερώνυμος διακρίνεται γιά τήν πολυεπίπεδη πνευματική καί κοινωνική προσφορά του ἐντός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος καί σέ σημαντικούς τομεῖς τοῦ σύγχρονου κοινωνικοῦ βίου τῆς Ἑλλάδας. Τυγχάνει, δέ, παράδειγμα ἐκκλησιαστικοῦ ταγοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ Ὀρθόδοξη ἀνθρωπιστική συνείδηση ἀναδεικνύει ὡς διαύλους ἔκφρασης, ἐξωτερίκευσης καί ὑλοποίησης, πράξεις κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης συνειδητές, καί, κυρίως, ἀνιδιοτελεῖς.
Γεννήθηκε στήν Ἀθήνα τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1971 ἀπό γονεῖς διαπρεπεῖς νομικούς, πού νοηματοδότησαν τόν βίο του μέ τήν ὑποστασιακή σημασία τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν. Ὁ πατέρας του Χρῆστος, μέ καταγωγή ἀπό τήν Ἠλεία, ἐπιτέλεσε γιά δεκαετίες ὡς δικηγόρος παρ’ Ἀρείῳ Πάγῳ, τό ὕψιστο λειτούργημα τοῦ νομικοῦ σέ μία εὐνομούμενη ἀνοιχτή κοινωνία, πού συνδέεται μέ τήν ἀνακάλυψη τῆς ἀλήθειας καί τήν ἐφαρμογή τῶν κανόνων τοῦ δικαίου.
Ἐνῶ ἡ μητέρα του Μαρία, ἀπό τό νησί τῶν ἀνέμων, τήν πανέμορφη Μύκονο, μέ ὑψηλή νομική κατάρτιση, ὑπηρέτησε ὡς ὑπάλληλος καί κατόπιν διευθύντρια τοῦ Γενικοῦ Λογιστηρίου τοῦ Κράτους, καταλείποντας μακρόχρονη προσφορά καί βαρυσήμαντο ρόλο στήν εὔρυθμη λειτουργία τῆς δημόσιας διοίκησης.
Ὁ Ρωμαῖος νομοδιδάσκαλος Οὐλπιανός ὅρισε τό Δίκαιο ὡς τή γνώση τόσο τῶν θείων ὅσο καί τῶν ἀνθρώπινων πραγμάτων καί μέ αὐτήν τήν προοπτική ὁ νεαρός Παναγιώτης συνέτειξε τήν ἐνεργή γνωσιακή ἔφεση πρός τή Νομική ἐπιστήμη καί τόν θεῖο ζῆλο γιά τήν ἱερά ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας. Ἔτσι, σπούδασε καί ἀποφοίτησε ἀπό τήν Νομική Σχολή τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, καθώς καί ἀπό τή Θεολογική Σχολή τοῦ ἴδιου Πανεπιστημίου. Συνέχισε μέ μεταπτυχιακές σπουδές σέ ἕνα ἀπό τά ἀρχαιότερα εὐρωπαϊκά ἀκαδημαϊκά ἱδρύματα, τό Πανεπιστήμιο τοῦ Χρόνινγκεν τῆς Ὁλλανδίας, μέ εἰδίκευση στήν Ἱστορία τοῦ Δικαίου (Βυζαντινορωμαικό Δίκαιο).
Παράλληλα, ἡ ἀνάγκη του γιά ἀκαδημαϊκή τελείωση καί ἡ διάθεσή του νά προσεγγίσει πολύπλευρα τήν πραγματικότητα, τόν ὤθησαν στήν ἐκμάθηση ξένων γλωσσῶν, ἐκ τῶν ὁποίων ὁμιλεῖ ἄριστα τήν Ἀγγλική, τήν Γερμανική, τήν Ὁλλανδική καί τήν Τουρκική.
Ὑπηρέτησε τήν στρατιωτική του θητεία ὡς Ἔφεδρος Ἀξιωματικός στήν Πολεμική Ἀεροπορία ἀπό 7 Μαρτίου 1994 ἕως 7 Φεβρουαρίου 1996, καί, ἀκολούθως, ἐργάστηκε ὡς ἀσκούμενος Δικηγόρος καί Δικηγόρος παρά Πρωτοδίκαις, παραιτούμενος τοῦ Δικηγορικοῦ Συλλόγου Ἀθηνῶν λόγῳ κουρᾶς καί χειροτονίας.
Καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῶν φοιτητικῶν του χρόνων καί ἕως τήν ἀναχώρησή του γιά τήν Ἱερά Μητρόπολη Φθιώτιδος διακόνησε τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, ὡς Κατηχητής σέ διάφορες Ἐνορίες, κυρίως, ὅμως, στήν Ἐνορία, ὅπου μεγάλωσε, τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου Ἄρεως, κατόπιν σχετικοῦ διορισμοῦ ἀπό τόν Μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρό Σεραφείμ.
Σοφόν τό τῆς ἐρήμου ρῆμα τό λέγον ὅτι, ὁ Μοναχισμός εἶναι ἡ τρίτη Χάρις εἰς τήν Οἰκονομίαν τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ διά τήν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου. Μετά τήν πρώτην χάριν τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, καί τήν δευτέραν «Χάριν ἀντί χάριτος» τοῦ Εὐαγγελίου, ἀκολούθησε ὁ μοναστικός βίος, νοούμενος ὡς οὐρανία ζωή, ὡς κάθοδος ἐπί γῆς τοῦ ἀγγελικοῦ κόσμου, ὡς ἐπίτευξη καί πραγμάτωση μέσα στήν ἱστορία αὐτοῦ, πού ἀπό τήν οὐσία του κεῖται πέραν τῶν ὁρίων τῆς ἱστορίας.
Κοινωνός καί μέτοχος τῆς τρίτης χάριτος κατέστη ὁ 26ετής Παναγιώτης, ὅταν ἐκάρη Μοναχός τήν 7 Δεκεμβρίου 1997 στήν Ἱερά Μονή Ἀντινίτσης Φθιώτιδος ἀπό τόν Μακαριστό Μητροπολίτη Φθιώτιδος κυρό Νικόλαο, λαμβάνοντας τό ὄνομα Ἱερώνυμος, εἰς τιμήν καί μνήμη ἑνός τιτάνα τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος, τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου. Μία ἑβδομάδα ἀργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἐλευθερίου Ἄρεως Ἀθηνῶν, καί μετά μία τριετία ἔλαβε τόν δεύτερο βαθμό τῆς ἱερωσύνης, στίς 6 Δεκεμβρίου 2000, στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Λαμίας, χειροθετηθείς αὐθημερόν σέ Ἀρχιμανδρίτη. Πνευματικός χειροθετήθηκε τήν 5 Δεκεμβρίου 2002 ἀπό τό Μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρό Χριστόδουλο.
Μετακλήθηκε στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν ἀπό τόν ἴδιο Ἀρχιεπίσκοπο, ὑπηρέτησε ὡς Ἐφημέριος καί Πρόεδρος Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου Κολοκυνθοῦς Ἀθηνῶν καί Ἐφημέριος καί Πρόεδρος Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Κυνηγοῦ ὁδοῦ Βουλιαγμένης Ἀθηνῶν. Ἐπίσης, ὑπηρέτησε ὡς Πρόεδρος τῆς Διοικούσας Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱεροῦ Προσκυνήματος Παναγίας Γρηγορούσας Πύλης Ἀγορᾶς Ἀθηνῶν, τόν Κανονισμό Λειτουργίας τοῦ ὁποίου συνέταξε, ἐνῶ κατέστησε εὔρυθμη τήν διοίκηση καί διαχείρισή του.
Ἀνέπτυξε ἔντονη δραστηριότητα στόν τομέα τῆς νεότητας. Κατά τά ἔτη τῆς διακονίας του στήν Ἱερά Μητρόπολη Φθιώτιδος πραγματοποιοῦσε ἑβδομαδιαῖες συνάξεις νέων ἡλικίας 18 ἕως 30 ἐτῶν μέ μεγάλη συμμετοχή, ἐνῶ εἶχε τήν εὐθύνη τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίων Γεωργίου καί Δημητρίου Λαμίας. Ἀκόμη, εἶχε τήν εὐθύνη τῶν κατασκηνωτικῶν περιόδων ἀρρένων στίς θερινές κατασκηνώσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φθιώτιδος. Καί στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν ὀργάνωσε τά κατηχητικά στίς Ἐνορίες, ὅπου ὑπηρέτησε, ἐνῶ δραστηριοποιήθηκε γιά τήν συγκέντρωση τῶν χρημάτων, μέ τά ὁποῖα ἀγοράστηκαν οἱ κατασκηνώσεις τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν.
Διακόνησε στήν Γραμματεία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φθιώτιδος (1997-2002). Κατέστη Γραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν (ἀπό 17 Ἰουνίου 2002 ἕως 31 Δεκεμβρίου 2009) καί Γραμματεύς τοῦ Ἐπισκοπικοῦ Δικαστηρίου αὐτῆς (2003-2014). Ὑπῆρξε Συνεργάτης καί Γραμματεύς τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν Ζητημάτων (1 Ἰανουαρίου 2010 ἕως 30 Ἰουνίου 2010). Διορίσθηκε Β΄ Γραμματεύς – Πρακτικογράφος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Ἑλλάδος (ἀπό 10 Μαΐου 2010 ἕως 10 Ὀκτωβρίου 2014).
Στή συνέχεια προήχθη σέ Ἀ΄ Γραμματέα – Πρακτικογράφο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ἀπό 11 Ὀκτωβρίου 2014 ἕως 5 Ὀκτωβρίου 2018). Χρημάτισε Γραμματεύς διαφόρων Εἰδικῶν Ἐπιτροπῶν, ὅπως Σχέσεων Ἐκκλησίας-Πολιτείας, Σύνταξης Κανονισμοῦ Ἐφημερίων καί Διακόνων κλπ. Διετέλεσε: α. Μέλος τοῦ Ἀνωτάτου Ὑπηρεσιακοῦ Συμβουλίου Ἐκκλησιστικῶν Ὑπαλλήλων, β. Εκκλησιαστικός Ἀνακριτής σέ πολλές καί ποικίλες ὑποθέσεις, ἰδίως τῆς περιόδου 2004-2006, γ. Μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δ. Μέλος τοῦ Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. ε. Μέλος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ἱδρύματος Νεότητος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. στ. Μέλος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Κέντρου Περιβαλλοντικῆς Ἀγωγῆς καί Ἐκπαίδευσης τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν. ζ. Ἐθελοντής Παραγωγός στό Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Μητροπολίτης Λαρίσης καί Τυρνάβου ἐξελέγη ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τήν 5η Ὀκτωβρίου 2018, χειροτονήθηκε δέ στόν τρίτο βαθμό ἱερωσύνης τήν 7η Ὀκτωβρίου 2018 στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Ἀθηνῶν ἀπό τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, καί πλειάδα Ἀρχιερέων. Ἐνθρονίσθηκε στήν πόλη τῆς Λάρισας τήν 10η Νοεμβρίου 2018 σέ κλίμα ἐνθουσιασμοῦ, καθώς γιά πρώτη φορά, μετά ἀπό πολλές δεκαετίες καί ποικίλες ἱστορικές περιπέτειες, ἡ πορεία πρός τόν Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου, μέσα ἀπό τίς λεωφόρους καί πλατεῖες τῆς πόλεως, πραγματοποιήθηκε κατά τήν καθιερωμένη ἱστορική διαδρομή, παρόντων ὅλων των ἐκπροσώπων Ἀρχῶν καί Φορέων τῆς περιφέρειας Θεσσαλίας καί χιλιάδων λαοῦ, μέσα σέ κλίμα ἑνότητας.
Ἡ λευιτική του πορεία σέ ὅλες τίς ἐκκλησιαστικές διακονίες, πού τοῦ ἀνέθεσε ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὑπῆρξε μία ἄοκνη προσπάθεια ἀνάδειξης τοῦ μέτρου τῆς πνευματικότητας, τῆς εὐθύνης τῆς ποιμαντικῆς μέριμνας καί τῆς κατοχύρωσης γιά τήν Ἐκκλησία τῆς ἐν τῷ κόσμῳ καλῆς μαρτυρίας. Ἡ ἰεροκανονική του κατάρτιση διακρίνεται γιά τήν ἄσειστη θεολογική της τεκμηρίωση καί τή σωτηριολογική ἀναφορά της. Εἶναι, δέ, προσωπικότητα πού ἐργάζεται ἀόκνως, ἰδιαιτέρως στίς σημερινές συνθῆκες γιά τό δημιουργικό διάλογο τῆς ἐπιστήμης καί τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικῆς παρακαταθήκης.
Ἀπό τήν ἀπαρχή τῆς ἀρχιερατικῆς διακονίας του ἐργάστηκε μέ ἀποστολικό ζῆλο καί ἐπέτυχε τήν ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητας, τῆς ὁμοψυχίας καί τῆς εἰρήνευσης στόν ἀπό δεκαετίες διχασμένο πιστό λαό τῆς Λάρισας. Ἡ ἐπανειλημμένη εὐλογία καί προτροπή τοῦ Κυρίου «Εἰρήνη ὑμῖν», ἁπλώθηκε στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, πού τάχθηκε νά ὑπηρετεῖ, καί ρίζωσε ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ.
Ἐπίσης, στό πλαίσιο τῆς διακονίας τοῦ λόγου, ἵδρυσε ἀπό τό πρῶτο ἑξάμηνο τῆς παρουσίας του στήν Λάρισα τήν ἐπιστημονική ἐξαμηνιαία ἐπετηρίδα «Ἀχιλλίου Πόλις», μέ σκοπό νά συνενώσει τίς πνευματικες δυνάμεις τοῦ τόπου, ἀλλά καί μέσα ἀπό τά ἀφιερώματα νά γίνεται αὐθεντική ἀποτύπωση τῶν θεωρήσεων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σέ φλέγοντα ζητήματα τῆς ἐποχῆς, καθώς ἐπίσης καί νά ἀναδεικνύονται ἡ ἱστορία, ὁ πολιτισμός, τά ἤθη καί τά ἔθιμα τοῦ τόπου.
Μέ ἐνέργειές του καί χρήματα ἀποκλειστικά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἐπισκευάστηκε καί ἀνακαινίστηκε τό παλαιό ὀρφανοτροφεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως (τριώροφο κτίριο μέ ὑπόγειο) καί μετατράπηκε σέ Φοιτητική Ἑστία Θηλέων, δυναμικότητας δεκαπέντε κλινῶν, γιά φοιτήτριες πού θέλουν νά ὁλοκληρώσουν τίς σπουδές τούς ζῶντας σέ περιβάλλον μέ ἐκκλησιαστικό πρόσημο.
Μετά τόν σεισμό τῆς 3ης Μαρτίου 2021, ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου ἔπαθαν μεγάλες ζημιές ἤ καταστράφηκαν ὁλικά εἴκοσι-ἐννέα (29) Ἐνοριακοί Ναοί στήν περιφέρεια τοῦ Τυρνάβου, ἀναλώνεται στήν ἐπίσπευση τῶν διαδικασιῶν ἀποκατάστασης τόσο τῶν οἰκιῶν, ὅσο καί τῶν Ἱερῶν Ναῶν. Χαρακτηριστικό τῆς μέριμνας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως εἶναι το ὅτι καμία σεισμόπληκτη Ἐνορία δέν πλήρωσε γιά τίς ἀπαραίτητες μελέτες ἤ γιά ἀντιστηρικτικές σκαλωσιές, καθώς ὅλα αὐτά καλύφθηκαν μέ δαπάνες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου.
Ἐπιπλέον, ἑστίασε στό κηρυκτικό ἔργο, καί γιά τόν λόγο αὐτό ἀνακαίνισε καί ἐκσυγχρόνισε τίς ἐγκαταστάσεις καί τά μηχανήματα τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου «Ἀχιλλίου Φωνή 96.3 FM». Ἀνανέωσε τούς παραγωγούς καί τό πρόγραμμα μέ ἀποτέλεσμα ὁ Ραδιοφωνικός Σταθμός νά ἐκπέμπει πλέον πρόγραμμα δικῆς του παραγωγῆς ἐπί 24ώρου βάσεως. Ἰδιαίτερη ἐμφαση ἔδωσε στό Διαδικτυακό Ραδιόφωνο (Web Radio) μέ ἀποτέλεσμα ὁ ἐκκλησιαστικός λόγος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως νά ἀκούγεται παντοῦ στήν Ἑλληνόφωνη Ὀρθοδοξία καί νά ἔρχονται πολλά μηνύματα ἀπό τήν Ἑλληνική Διασπορά. Πολλές ἐκπομπές τίς ἔχει ὀργανώσει σέ Podcast, ὥστε νά ἀνευρίσκονται εὐκολότερα στήν σειρά. Μάλιστα ἀπό αὐτά, ἡ σειρά τῶν ἑσπερινῶν του κηρυγμάτων στό Σύμβολο τῆς Πίστεως – τά ὁποῖα διήρκεσαν τρία χρόνια – χαρακτηρίστηκαν academic στά εὑρετήρια τῶν ἐνδιαφερομένων, μέ ἀποτέλεσμα νά παραπέμπονται ἀπό ἀκαδημαικές ἐργασίες πανεπιστημίων τοῦ ἐξωτερικοῦ.
Ἀλλά καί στήν διάσωση, συντήρηση καί καταγραφή τῶν κειμηλίων ἡ Ἱερά Μητρόπολη Λαρίσης καί Τυρνάβου ἔχει καταναλώσει μεγάλες δυνάμεις. Σέ συνεργασία μέ τό Διαχρονικό Μουσεῖο τῆς πόλης καί τήν Ἐφορεία Ἀρχαιοτήτων, καταβάλλει τόν μισθό καί τίς ἀσφαλιστικές εἰσφορές μιᾶς πιστοποιημένης συντηρήτριας, τό μουσεῖο χορηγεῖ τά ὑλικά καί πραγματοποιεῖται συντήρηση παλαιῶν εἰκόνων καί λοιπῶν κειμηλίων ἀπό τούς Ἱερούς Ναούς. Πρόσφατα, ὁλοκληρώθηκε ἡ συντήρηση ἑκατόν δεκαεννέα (119) εἰκόνων ἀπό τόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Παναγίας Φανερωμένης Τυρνάβου τοῦ 16ου αἰ., διαφόρων μεγεθῶν καί ἀπεικονίσεων.
Στό προνοιακό πεδίο, ἵδρυσε τό Γενικό Φιλόπτωχο Ταμεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου «Ἅγιος Διονύσιος Μητροπολίτης Λαρίσης ὁ ἐλεήμων», μέ πολλά Ἐνοριακά Φιλόπτωχα Ταμεῖα. Τό ἔτος 2021, ὁ ἀπολογισμός τοῦ προνοιακοῦ ἔργου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἀνῆλθε στό πρωτόγνωρο γιά τά δεδομένα της ποσό τοῦ ἑνός ἑκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων εὐρώ (1.200.000,00 €). Ἐπίσης, ἐκδόθηκε ἡ ἄδεια λειτουργίας καί τακτοποιήθηκαν διοικητικές ἐκκρεμότητες στό Γηροκομεῖο Ἀρμενίου, ὅπου φιλοξενοῦνται περίπου εἴκοσι ἡλικιωμένοι.
Στήν πρόσφατη ὑγειονομική κρίση ἀνέδειξε μέ νηφάλια ποιμαντική προσέγγιση τή σχέση πίστης καί ἐπιστήμης, καί συνέβαλε δραστικά στήν ἀσφαλῆ ἔξοδο ἀπό τήν πανδημία ἀλλά καί στήν ἀντιμετώπιση ποικίλων προβλημάτων, πού προέκυψαν στήν πιστεύουσα κοινότητα.
Ἡ ἀνθρωπιστική δράση του ἐπεκτείνεται πέραν τῆς ἐπαρχίας του, ὅπως ἀποδεικνύει τόσο ἡ πρόσφατη ἰεραποδημία του στήν Αὐστραλία, ὅπου κλήθηκε ἀπό τόν οἰκεῖο Ἀρχιεπίσκοπο Μακάριο, προκειμένου νά ἐνισχύσει τήν ἑλληνορθόδοξη αὐτοσυνειδησία στό κλῆρο καί τό ποίμνιο τῆς ἑλληνορθόδοξης Διασπορᾶς τῆς μακρινῆς αὐτή Ἠπείρου, ὅσο καί ἀπό τήν ἠθική καί ὑλική ἀρωγή πού προσέφερε γιά τήν ἀντιμετώπιση φυσικῶν καταστροφῶν καί ἀνθρωπίνων τραγωδιῶν, ὅπως ὁ σεισμός στήν Ἐλασσόνα, οἱ πλημμύρες τῆς Καρδίτσας, ἡ πυρκαγιά τῆς Εὔβοιας καί τό πρόσφατο πολύνεκρο δυστύχημα στά Τέμπη.
Ἐπίσης, χάρη στή διορατικότητα, τά γρήγορα ἀντανακλαστικά του καί τή σύνεση πού τόν διακρίνει, τήν ἑπομένη τῶν πρόσφατων ἐθνικῶν ἐκλογῶν, σέ τηλεοπτική ἐμφάνισή του, προκειμένου νά ἀναχαιτίσει τή συστηματική προσπάθεια παρεκκλησιαστικῶν κύκλων νά ἐμπλέξουν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στή δίνη τῶν κομματικῶν ἀντιπαραθέσεων, τόνισε ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν ταυτίζεται μέ κοσμικά καί πρόσκαιρα σχήματα, πού ἐκπροσωποῦν μέρος μόνον τοῦ ὅλου, διότι ἡ ἴδια εἶναι θεανθρώπινος ὀργανισμός, πού ἐμπεριέχει τήν αἰωνιότητα καί τήν ὁλότητα.
Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν τήν πρακτική ἐφαρμογή καί ἀξιοποίηση τῆς θεολογίας στό λυτρωτικό καί σωτηριῶδες ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Παρά τήν ἔντονη ἐκκλησιαστική, κοινωνική, φιλανθρωπική του δράση, ὁ τιμώμενος Μητροπολίτης Λαρίσης, βρίσκει πάντα τή δύναμη τῆς σέ βάθος ἐνασχόλησης μέ τήν ἐπιστήμη. Ἡ ἔφεσή του στήν ἐπιστημονική ἔρευνα διαφάνηκε ἤδη κατά τή διάρκεια τῶν σπουδῶν του, ὁπότε τοῦ δόθηκε ἡ δυνατότητα νά ἐμβαθύνει στά λατινικά, καθώς ὑπῆρχε ὑποχρεωτική σπουδή στό Corpus Juris Civilis τοῦ Ἰουστινιανοῦ. Ταυτόχρονα, μελέτησε τόν ἐξελληνισμό τοῦ ρωμαικοῦ δικαίου. μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῶν ἀντικηνσόρων. Μάλιστα ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής τῆς Ἱστορίας τοῦ Δικαίου Jan Lokin, τοῦ ἔκανε τήν τιμή νά συνεργαστοῦν στήν ἀντιπαραβολή ἑλληνικῶν κωδίκων, στούς ὁποίους διασώζονταν τά ἔργα των ἀνωτέρῳ ἀντικηνσόρων, προκειμένου νά πραγματοποιηθεῖ ἡ κριτική ἔκδοσή τους.
Ταυτόχρονα μέ τόν Καθηγητή Bernard Stolte μελέτησε ἑλληνικούς παπύρους, οἱ ὁποῖοι διέσωζαν συμφωνητικά, συμβόλαια ἤ/καί δικαστικές ἀποφάσεις. Τό κυριώτερο ὅμως, ἀντικείμενο μελέτης ἦταν τά «Ἑξήκοντα Βιβλία τῶν Βασιλικῶν» τοῦ Αὐτοκράτορα Λέοντα Στ΄ τοῦ Σοφοῦ, τήν κριτική ἔκδοση τῶν ὁποίων εἶχε πραγματοποιήσει ἡ νομική σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Groningen σέ ὀκτώ τόμους, ἐκδίδοντας ἐπιπλέον καί ἐννέα τόμους σχολίων. Συναφής ἦταν καί ἡ μελέτη τῶν νομοκανόνων τῆς ἴδιας περιόδου μέ τά Βασιλικά.
Ἡ ἐνασχόλησή του μέ τήν Ἱστορία τοῦ Δικαίου τῆς Βυζαντινῆς Περιόδου καί ἰδίως, τῶν Σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, τόν ὁδήγησε σέ παράλληλη μελέτη καί ἐμβάθυνση στό Κανονικό Δίκαιο, ὡς τό συναφές δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο ἔπρεπε νά συντονίζεται, ὥστε σέ συγκεκριμένα θέματα νά ταυτίζεται πρός τήν νομοθεσία τῆς χριστιανικῆς αὐτοκρατορίας.
Ἡ συμβολή του στόν Τόμο πρός τιμήν τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Τυρολόης Παντελεήμονος, Καθηγητῆ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου στή Θεολογική Σχολή τοῦ Α.Π.Θ., μέ τήν μονογραφία «Ὁ ἐν τῷ κόσμῳ ἄγαμος Κληρικός», ἀλλά καί ἡ ἀνάθεση ἀνακριτικοῦ ἔργου γιά λογαριασμό τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί πολλῶν ἄλλων Ἱερῶν Μητροπόλεων, τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα τῆς θεωρητικῆς ἐνασχόλησης καί πρακτικῆς ἐφαρμογῆς τῶν Ἱερῶν Κανόνων στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μέ σκοπό τήν ἐπίλυση ἀκανθωδῶν ζητημάτων.
Ἡ μελέτη του ὑπό τόν τίτλο: «Ἡ Πλήρωσις τῶν κενῶν Μητροπολιτικῶν Ἑδρῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἐλλαδος τό 1965», ἀποτελεῖ μία συμβολή στή νεώτερη ἐκκλησιαστική ἱστορία τῆς Ἑλλάδας, καθώς μέσα ἀπό τήν παράθεση τοῦ ἱστορικοῦ πλαισίου τῆς ἐποχῆς καί τήν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων, ἀποτυπώνεται ἡ διαπάλη νομιμότητας καί κανονικότητας, καθώς καί ἡ ἰσχυρή διατάραξη τῶν σχέσεων Ἐκκλησίας καί Πολιτείας σέ περίοδο πολιτικῆς ἀνωμαλίας, πού τελικά ἐπηρέασε σέ βάθος χρόνου τήν ἐξέλιξη καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας πραγμάτων.
Σημαντική συμβολή στήν ἐπιστήμη, ἐπίσης, ἀποτελεῖ ἡ μετάφραση ἀπό τά ἀγγλικά τοῦ Βιβλίου τοῦ Tom van Bochove, Χρονολογώντας κι Ἐξακριβώνοντας. Πρόκειται γιά μιά ἐνδελεχῆ μελέτη, μέ τήν ὁποία ὑποστηρίζεται ὁ παραδοσιακός τρόπος χρονολόγησης τῶν μεσοβυζαντινῶν νομικῶν κειμένων, ἰδίως τῆς δυναστείας τῶν Μακεδόνων Αὐτοκρατόρων.
Ἡ πνευματική του ἔφεση γιά τήν ἡσυχαστική θεολογία καί τούς φορεῖς τοῦ ἡσυχασμοῦ, τόν ὁδήγησε νά ἀσχοληθεῖ ἐρευνητικά μέ τόν διάλογο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ μέ τούς Χίονες. Ξεκινώντας ἀπό ἕνα σημαντικό περιστατικό τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τήν ὁμηρία του ἀπό Μουσουλμάνους καί τήν μεταφορά του στήν περιοχή τῆς Νίκαιας, μέχρι νά ἐξαγοραστεί μέ λύτρα, παρατίθεται ἕνας διάλογος ἀντιπαράθεσης τοῦ Ἁγίου μέ σοφούς τοῦ Μουσουλμανικοῦ κόσμου, μᾶλλον ἰουδαϊκῆς προελεύσεως.
Στό πλαίσιο τοῦ διαθρησκειακοῦ διαλόγου Ὀρθοδοξίας καί Ἰσλάμ, ἀναδεικνύονται οἱ ἀρχές, μέ τίς ὁποῖες ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διαλέγεται, τό πνεῦμα οἰκονομίας χάριν τῶν ὑποδούλων πληθυσμῶν, ἀλλά καί ἡ διαρκής ἐνημέρωση τῆς Ἐκκλησίας περί τῶν διαμειβομένων. Ἡ παράθεση τῶν ἐπιχειρημάτων εἶναι ἰσχυρή, μέ πρόθεση ἀλίευσης ψυχῶν στήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, χωρίς φόβο ἤ ἐμπάθεια. Κυριαρχεῖ ἡ εὐγένεια, ἀλλά καί ἡ σύνεση. Τέλος, ἀναδεικνύεται ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί τό ἐκκλησιαστικό ἦθος.
Παρά τήν πνευματική, ἐκκλησιαστική, διοικητική καί ἐπιστημονική του ἐπάρκεια, διαπνέεται ἀπό πνεῦμα ἀποκεντρωτικό καί ἀφιερώνει ἰδιαίτερη μέριμνα στήν ἐπιλογή τῶν συνεργατῶν του, μεταξύ τῶν ὁποίων συγκαταλέγονται, ὁ ἄλλοτε συνεργάτης τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ἄρχων πρωτονοτάριος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἀκαδημαϊκός δάσκαλος, Σωτήριος Μπαλατσούκας, καθώς καί ὁ πιστός του πρωτοσύγκελος, ὁ διακριτικός καί σεμνός διδάκτορας π. Ἰγνάτιος Μουρτζανός, ἀποδεικνύοντας ὅτι ἡ κλίμακα τῶν ἀρετῶν του κορυφώνεται στή διάκριση.
Οὐσιαστικά πρόκειται γιά τό χάρισμα πού συγκρατεῖ τήν ἰσορροπία στήν ζωή τοῦ Χριστιανοῦ. Ἡ διάκριση διακρίνει τήν ποιότητα. Βλέπει τί ἀξίζει ἤ τί δέν ἀξίζει ἤ πόσο ἀξίζει. Ἡ διάκριση ἀπομακρύνει τόν ἄνθρωπο ἀπό ἐπικίνδυνες γιά τήν πνευματική ζωή ὑπερβολές. Ἡ διάκριση ξεχωρίζει τό ὀρθό, ἐπιλέγει τό ἀγαθό, κρίνει τό καλύτερο, ἀποφεύγει τά ἄκρα, βαδίζει τή μέση ὁδό. Ψάχνει γιά τήν καλύτερη ἀπάντηση σέ ἕνα ἐρώτημα πού τίθεται, τήν πρέπουσα λύση. Ἡ ἀρετή τῆς διακρίσεως εἶναι μέγιστη πνευματική δύναμη. Δίνει ἁπλότητα, καρτερικότητα, λιτότητα, ἀγαθότητα καί βαθιά αἴσθηση τοῦ μέτρου.
Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης κ. Ἱερώνυμος ἄνθισε ὑπό τήν εὐεργετική σκιά τριῶν σπουδαίων Ἀρχιεπισκόπων, καί ἄρδευσε ἀπό αὐτούς μεγάλες πνευματικές ποιότητες, πού τόν ἀνέδειξαν σέ βασιλική δρῦ: «Ἐφάνταζεν εἰς τό ὄμμα, ἔμελπεν εἰς τό οὔς, ἐψιθύριζεν εἰς τήν ψυχήν φθόγγους ἀρρήτου γοητείας. Οἱ κλῶνες, οἱ ράμνοι, τό φύλλωμά της, εἰς τοῦ ἀνέμου τήν σείσιν, ἐφαίνοντο ὡς νά ψάλλωσι μέλος ψαλμικόν, τό ‘Ὡς ἐμεγαλύνθη’», θά ὑπομνημάτιζε μέ τήν ποιητική του ἀλήθεια ὁ Παπαδιαμάντης. Ὁ Λαρίσης Ἱερώνυμος ἔχει ἀφιερώσει τόν βίο καί τή δράση του στήν ἔμπρακτη ἀνάδειξη τοῦ ὑπαρξιακοῦ βάθους τοῦ Ὀρθόδοξου τρίπτυχου τῆς πνευματικότητας, ὡς ἀδιάσπαστης ἑνότητας λειτουργικῆς ζωῆς, ἀσκητικοῦ ἤθους καί ἀλληλεγγύης, τῆς πεμπτουσίας τῆς ἀνακαινιστικῆς δημιουργικῆς Δύναμης στόν χῶρο τοῦ ἤθους καί τοῦ πολιτισμοῦ, τήν ὁποία συγκροτεῖ ἡ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό.
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Λαρίσης καί Τυρνάβου, Ὑπέρτιμε καί Ἔξαρχε δευτέρας Θετταλίας, Κύριε Ἱερώνυμε, μὲ ἰδιαίτερη χαρά Σᾶς καλοσωρίζουμε στό Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας καί Θρησκειολογίας, ἕνα τμῆμα ἀνοιχτό, συμπεριληπτικό, ἐξωστρεφές καί δημιουργικό, στή Θεολογική Σχολή, πού βρίσκεται στήν ἐμπροσθοφυλακή τῶν θεολογικῶν σπουδῶν ὄχι μόνο στήν Ἑλλάδα ἀλλά καί στόν κόσμο καί στό ἀρχαιότερο πνευματικό ἵδρυμα τῆς Χώρας στό Ἐθνικό καὶ Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν!
Καλή δύναμη καί κάθε ἐπιτυχία στό πολυσχιδές καί εὐθυνοφόρο Ἔργο Σας!
*Ομιλία του κ. Εμμανουήλ Καραγεωργούδη -Καθηγητή του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών- για το έργο και την προσωπικότητα του Μητροπολίτη Λαρίσης κ. Ιερωνύμου με αφορμή την αναγόρευσή του σε Επίτιμο Διδάκτορα το απόγευμα της Τρίτης στη Μεγάλη Αίθουσα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.