Η γυναίκα αυτή, ο άνθρωπος αυτός, που τιμάται, (ή καλύτερα υπέρ-τιμάται), όσο κανείς άλλος στο διάβα της Ιστορίας, βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο της εκκλησιαστικής Γιορτής.
Αυτή τη φορά με την τελευτή της, ως Κοιμωμένη, η πιο “Ωραία Κοιμωμένη” που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Και όμως, τόσο θαυμαστά ζωντανή στη συνείδηση του Εκκλησιαστικού Γεγονότος όσο κανείς άλλος άνθρωπος. Γι’ αυτό και οι πιστοί όλων των εποχών συναθροιζόμαστε, ως άλλοι “απόστολοι εκ περάτων”, έμπροσθεν του πανάγιου Σώματός της, για να γαληνέψουμε, να θεραπεύσουμε, να απαλύνουμε τους φόβους, τις πληγές, τις έγνοιες μας. Αλλά κυρίως για να μαθητεύσουμε.
Υιοθετώντας μας χαρισματικά, να μάθουμε από την κοινή Μητέρα όλων μας τι θα πει αυτό το περίφημο “καθ ομοίωσιν”, τι θα πει δηλαδή “σωτηρία”.
Αυτό το ζητούμενο, που κάθε άνθρωπος ποθεί και προσπαθεί. Άλλοτε παρεκκλίνοντας, άλλοτε παρερμηνεύοντας, πολλές φορές ναρκισσιστικά και με κάποια ασυνείδητη υπεροψία, αλλά πάντα, θαρρώ, με καλές διαθέσεις.
Και επειδή η σχετικότητα, είτε της πίστης, είτε της νόησης, είτε και αυτής της ίδιας της προσπάθειας, συγχέουν πολλές φορές το επιποθούμενο ζητούμενο, η Παναγία προσφέρει το ξεκάθαρο μέτρο.
Τον “τρόπο” που μπορεί ο άνθρωπος, σε πολύ μικρότερο σαφώς βεληνεκές από Εκείνη, να αξιωθεί της σωτηρίας του, δηλαδή της υπαρξιακής του πληρότητας σε έναν τρόπο ζωής ασύμβατο φθοράς και θνητότητας.
Σιωπηλά με την κοίμησή Της, όπως σιωπηλή ήταν και στη ζωή Της, (άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να μιλάει, να νουθετεί, να συμβουλεύει αυτός που βιώνει το υπέρλογο), μας φανερώνει τον τρόπο, που δεν είναι άλλος από την “μετοχή”, την “κοινωνία” με τον Θεό.
Μακριά από προσωπικές πεποιθήσεις πίστης, αξιόμισθες πράξεις και κάθε λογής ψυχαναγκαστικής υπερπροσπάθειας, που ουσιαστικά αποπροσανατολίζουν από τον σκοπό, η Υπεραγία Θεοτόκος μας προσφέρει τον έναν και ουσιώδη τρόπο που δεν είναι άλλος από την αυτοπαράδοση και συμμετοχή. Όπως ακριβώς και η ίδια, ανυποψίαστο κοριτσόπουλο τότε παρέδωσε τη θέλησή Της στο κάλεσμα Εκείνου, που την αγάπησε και στη συνέχεια σχετιζόμενη, όχι θεωρητικά, αλλά οργανικά μαζί Του, την κατέστησε Παν-Αγία! Έφτασε στο απόγειο της σωτηρίας μέσω της μέθεξής της στον τρόπο ύπαρξης του Θεού.
Στην περίπτωση της Παναγίας μας αυτό συνέβη άπαξ και σε ασύλληπτο βαθμό. Στην περίπτωση όλων των υπολοίπων, μπορεί να μην γίνεται να μοιράσουμε τις σωματικές μας λειτουργίες με αυτές του Θεού, γίνεται όμως να δημιουργήσουμε μια ζωτική σχέση μαζί Του, μια προσωπική συγκοινωνία του κτιστού μας με το Άκτιστό Του, που δεν θα βασίζεται, όμως, σε πιστεύω μας, σε αγαθοεργίες και θρησκευτικούς παρορμητισμούς, αλλά στην πλήρη παράδοσή μας, όσο χωμάτινοι και διάτρητοι και αν είμαστε, στο κάλεσμα για σχέση μαζί Του. Αυτό που σώζει δεν είναι τίποτα δικό μας. Ότι και να κάνουμε δεν μπορούμε να απεγκλωβιστούμε από την φθαρτότητά μας. Η σωτηρία ανήκει πάντα στον καλούντα Θεό.
Όσες χαρές και αν είχε εκείνο το κορίτσι από τη Ναζαρέτ, ό,τι καλύτερο και αν προσπαθούσε για τη ζωή Του, από άσημη κόρη δεν θα γινόταν ποτέ η “εκλαμπροτέρα των Ουρανών” αν δεν ανταποκρινόταν εθελούσια, όχι διανοητικά, αλλά υπαρξιακά, στο κάλεσμα Εκείνου. Το τόσο ταπεινό, αλλά περίφημο, “γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου”, είναι το κομβικό σημείο, που αρχίζει πλέον το φθαρτό να κοινωνεί τον άφθαρτο τρόπο υπάρξεως.
Και όλα αυτά μέσα σε μια σχέση. Όχι κατανοούμενα, θεολογούμενα ή οτιδήποτε άλλο λανθασμένα νομίζουμε, αλλά “ζωντανά”, μέσω μιας προσωπικής κοινωνίας.
Είθε η χάρη Της, να φωτίζει την μικρότητα όλων μας.