Σάββατο 20 Απριλίου 2024 | 8:10

Αποδομώντας τον «ρωσικό κόσμο»

ORTHODOXTV.GR

Γνωρίστε την Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Τηλεόραση και δείτε τις προτάσεις της.

Το ιδεολόγημα του «ρωσικού κόσμου» είναι το κλειδί για την κατανόηση της στρατιωτικής σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία. Η δύναμή του είναι παρόμοια με εκείνη άλλων ιδεολογιών, οι οποίες προκάλεσαν τις περισσότερες συγκρούσεις του εικοστού αιώνα στην Ευρώπη. Ο «ρωσικός κόσμος» έφερε στον εικοστό πρώτο αιώνα τη μορφή, εάν όχι και το περιεχόμενο, των κλασικών ιδεολογιών του παρελθόντος, μαζί με τα ίδια είδη συγκρούσεων που η Ευρώπη είχε βιώσει μερικές δεκαετίες νωρίτερα. Για να κατανοήσουμε καλύτερα την αναπτυξιακή τροχιά του «Ρωσικού κόσμου», θα πρέπει να δούμε ένα άλλο παρόμοιο σχέδιο, που είχε αναπτυχθεί δύο αιώνες νωρίτερα, ας το ονομάσουμε «γερμανικό κόσμο», δεδομένου ότι μεταξύ των δύο «κόσμων» υπάρχουν πολλές εντυπωσιακές ομοιότητες. Μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους, τα πριγκιπάτα της Γερμανίας ήταν πολιτικά κατακερματισμένα και ταπεινωμένα. Με παρόμοιο τρόπο, πολλοί Ρώσοι αντιλαμβάνονται τη δική τους κατάσταση μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Αποδομώντας τον «ρωσικό κόσμο»Αρκετοί Γερμανοί στοχαστές είχαν μελετήσει αυτόν τον κατακερματισμό με βάση τη γλώσσα και τον πολιτισμό. Οι Johann Gottfried von Herder (1744-1803) και Johann Gottlieb Fichte (1762-1814) πίστευαν ότι η γλώσσα καθορίζει την ταυτότητα ενός έθνους και εξασφαλίζει την κυριαρχία του. Αντιλαμβάνονταν τη γλώσσα ως μια ευρύτερη έννοια του πολιτισμού και επέμεναν ότι η πολιτιστική κυριαρχία του Γερμανικού λαού θα πρέπει να θεωρηθεί ως ανώτερη από την πολιτική κυριαρχία του. Ο Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831) προχώρησε ένα βήμα μπροστά. Υποστήριξε τη σύσταση ενός ενωμένου Γερμανικού Nationalstaat, με βάση τη γλώσσα και τον πολιτισμό, το οποίο θα είχε ένα ισχυρό κέντρο και στρατό.

Μερικοί από τους οπαδούς του Hegel τροποποίησαν τη φιλοσοφία του σε μια ατζέντα Realpolitik. Έτσι, ο Heinrich von Treitschke (1834-1896) ισχυρίστηκε ότι το θέλημα του Θεού ήταν οι λαοί με όχι τόσο ανεπτυγμένο πολιτισμό, να υποτάσσονται στα πιο ισχυρά, από πολιτισμική άποψη, έθνη. Ένας άλλος μαθητής του Hegel, ο Richard Rothe (1799-1867) πρόσθεσε σε αυτό το ιδεολογικό κατασκεύασμα την Εκκλησία. Πίστευε ότι η Εκκλησία και το κράτος αποτελούν δύο διαστάσεις του ίδιου θεϊκά διορισμένου οργανισμού ο οποίος καλείται να μετατρέψει το ήθος της Εκκλησίας σε ισχύ για το κράτος. Αυτή η νεο-Εγελιανή σύνθεση του κράτους και της Εκκλησίας είχε υιοθετηθεί από τους Πρώσους πολιτικούς και στρατηγούς. Μία από τις πιο εξέχουσες προσωπικότητες της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και συν-ιδρυτής της, ο Στρατάρχης Helmuth von Moltke (1800-1891) υποστήριξε, πάνω σ᾽ αυτή τη βάση, την άποψη ότι ο πόλεμος μπορεί να δικαιολογηθεί, και μάλιστα να θεωρηθεί απαραίτητος, όταν αυτός εξυπηρετεί ιδεαλιστικούς στόχους. Γι αυτόν, μια τόσο «πνευματική» χώρα όπως ήταν η Γερμανία, είχε δίκαιο να πολεμήσει τις άλλες «λιγότερο πνευματικές» χώρες, όπως η Γαλλία, η οποία, έτσι νόμισαν στη Γερμανία, είχε μολυνθεί με τον ιό του ρεπουμπλικανισμού και του αθεϊσμού.

Αυτή η ιδεολογία, με όλες τις πολεμικές επιπτώσεις της, υποστηρίχθηκε από θεολόγους, όπως ο Ferdinand Kattenbusch (1851-1935). Γι ‘αυτόν, η στρατιωτική επέμβαση, όταν επιτελείται για τη διόρθωση των αμαρτιών και πνευματικών αδυναμιών ενός γειτονικού έθνους, εκπληρώνει την εντολή του Χριστού για την αγάπη προς τον πλησίον. Ο Kattenbusch πίστευε ότι κάθε έθνος έχει μια ψυχή, και δεδομένου ότι οι ψυχές κάποιων εθνών είναι διεφθαρμένες, η στρατιωτική επέμβαση είναι μια θεραπεία γι᾽ αυτές. Έτσι, αν υποτεθεί ότι η γερμανική ψυχή ήταν η πιο φωτισμένη μεταξύ όλων των εθνών, ο λαός αυτός είχε το δικαίωμα να κρίνει ποια χώρα πρέπει να διορθωθεί, μεταξύ άλλων και μέσω της στρατιωτικής επέμβασης.

Όποιος παρακολουθήσει προσεκτικά τη ρητορική των Ρώσων πολιτικών και εκκλησιαστικών παραγόντων τα τελευταία χρόνια, εύκολα θα διαπιστώσει πόσο εντυπωσιακά μοιάζει με τις τοποθετήσεις του von Moltke και Kattenbusch. Αντίστοιχα με τους παράγοντες του «γερμανικού κόσμου» κατά τον 19ο αιώνα, οι φορείς του «ρωσικού κόσμου» στο γύρισμα του 21ου αιώνα εργαλειοποίησαν τη γλώσσα, τον πολιτισμό και τη θεολογία και έκαναν το ίδιο για τους πολιτικούς σκοπούς. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτά τα τρία στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για την ανοικοδόμηση μιας καινούργιας αυτοκρατορίας. Και οι δύο «κόσμοι» εκμεταλλεύθηκαν την ηθική ατζέντα, κατανοούμενη πολύ περιορισμένα, για να διεκδικήσουν την υπεροχή έναντι των άλλων εθνών. Η Εκκλησία, δυστυχώς, συνέβαλε στην επίτευξη του στόχου αυτού και ενίσχυσε σημαντικά την νεο-αυτοκρατορική ιδεολογία. Όλα αυτά, και στις δύο περιπτώσεις, κατέληξαν σε αιματοχυσία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Εκκλησίες δεν έκαναν τίποτα για να αποφευχθεί αυτό το σενάριο. Αντίθετα, και στις δύο αυτές χώρες ενθάρρυναν τις κυβερνήσεις τους να υιοθετήσουν το ήθος της αντιπαράθεσης και του μίσους. Στη Ρωσία, συγκεκριμένα, η Εκκλησία ενέπνευσε το κράτος και το λαό για μια σταυροφορία εναντίον της Δύσης, με την ομόδοξη και αδελφική Ουκρανία να έχει επιλεγεί ως το πεδίο της μάχης των «πολιτισμών». Ο «πολιτισμός» αποτελεί μια βασική κατηγορία που είναι χρήσιμη για την κατανόηση των κινήτρων πίσω από το «ρωσικό κόσμο». Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται τόσο από την πολιτική όσο και από την εκκλησιαστική ηγεσία της Ρωσίας. Αλλά φαίνεται ότι η Εκκλησία έχει περισσότερη ευθύνη για την ενίσχυση του κατασκευάσματος του «ρωσικού κόσμου» βασιζόμενου στην ιδέα του πολιτισμού. Οι εκκλησιαστικοί παράγοντες δανείστηκαν την ιδέα αυτή από το δοκίμιο του Samuel Huntington «Η σύγκρουση των πολιτισμών» που δημοσιεύθηκε το 1993 στο Αμερικάνικο περιοδικό Foreign Affairs. Ωστόσο, η εφαρμογή της θεωρίας του Huntington στη Ρωσία αποτέλεσε μείζονα πρόκληση για τη θεωρία αυτή. Ο Αμερικάνος λόγιος υποστήριζε ότι μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι συγκρούσεις θα συμβαίνουν για πολιτισμικούς λόγους, και όχι για ιδεολογικούς, όπως παλαιότερα. Ήταν, επομένως, σκεπτικός για το ενδεχόμενο στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας.

Ωστόσο, και οι δύο πόλεμοι που ξέσπασαν στην Ευρώπη τον 21ο αιώνα, αντίθετα από όσα υποστήριζε η θεωρία του Huntington, ήταν εντός του ίδιου υποθετικού Ορθόδοξου πολιτισμού: μεταξύ της Ρωσίας και της Γεωργίας το 2008, καθώς και μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας το 2014. Ήταν, ουσιαστικά, πόλεμοι όχι μεταξύ των πολιτισμών, αλλά μεταξύ των δύο πολιτικών νοοτροπιών. Μία από αυτές τις νοοτροπίες τονίζει τον κυρίαρχο ρόλο του κράτους στη ζωή των πολιτών και τάσσεται υπέρ ενός πολιτικού συστήματος που τρέφεται από τη διαφθορά και την ευνοιοκρατία. Αντίθετα, η άλλη προωθεί την ευθύνη των πολιτών για το κοινό καλό ενώ το κράτος υπηρετεί το λαό και όχι ο λαός το κράτος. Εάν, όμως, κάποιος ήθελε να περιγράψει τη σύγκρουση στην Ουκρανία με την ορολογία του πολιτισμού, θα μιλούσε για μια σύγκρουση όχι του Ορθοδόξου εναντίον του μη πολιτισμού, αλλά του νεο-σοβιετικού και του μη-σοβιετικού. Αυτό σημαίνει ότι ο νέος «ρωσικός κόσμος», ο οποίος υποτίθεται ότι συγκρούεται με τη Δύση, είναι στην πραγματικότητα ένας «σοβιετικός» κόσμος. Η Ορθοδοξία σε αυτό τον πολιτισμό έχει μετατραπεί σε μια πολιτική θρησκεία που συγκροτείται από διάφορα στοιχεία δανεισμένα από την αυτοκρατορική περίοδο (όπως π.χ. η Μόσχα ως Τρίτη Ρώμη) και από τη σοβιετική περίοδο (συμπεριλαμβανομένης της λατρείας του Στάλιν).

Παραδόξως, και στις δύο πλευρές που συγκρούονται στην Ουκρανία, οι περισσότεροι από τους αντιπάλους μιλούν Ρωσικά και πηγαίνουν στις ενορίες του Πατριαρχείου Μόσχας. Αυτό μας οδηγεί στο παράδοξο συμπέρασμα ότι η σύγκρουση στην ανατολική Ουκρανία δεν είναι μια σύγκρουση του «ρωσικού κόσμου» με τους άλλους πολιτισμούς. Στην πράξη, συμβαίνει μέσα στον ίδιο «ρωσικό κόσμο», αν τον εκλάβουμε ως μια κοινοπολιτεία των ανθρώπων που μιλούν την ίδια γλώσσα και πηγαίνουν στην ίδια εκκλησία. Η σύγκρουση στην Ουκρανία είναι πράγματι μια εμφύλια διαμάχη, αλλά όχι μεταξύ των πολιτών του Ουκρανικού κράτους, όπως το παρουσιάζει η ρωσική προπαγάνδα, αλλά μεταξύ ανθρώπων που πληρούν τα τυπικά κριτήρια του «ρωσικού κόσμου». Και, όμως, οι άνθρωποι αυτοί πολεμούν και σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Η μία πλευρά το κάνει στο όνομα του «ρωσικού κόσμου», ενώ η άλλη πλευρά, επειδή αρνείται να ταυτιστεί με τον «ρωσικό κόσμο». Αυτό αποδεικνύει ότι ο κόσμος αυτός είναι μια φαντασιακή κοινότητα που διαμορφώνεται από μια ιδεολογία που χωρίζει τους ανθρώπους και τους παρακινεί να σκοτώνουν ο ένας τον άλλον. Για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες στην ανατολική Ουκρανία, η έννοια του «ρωσικού κόσμου» θα πρέπει να αποδομηθεί. Η Θεολογία, που έχουν εκμεταλλευθεί για να κατασκευάσουν την ιδέα του «ρωσικού κόσμου», θα πρέπει να απελευθερωθεί από την ιδεολογική αιχμαλωσία. Το ίδιο πρέπει να συμβεί και με την Εκκλησία..

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

Τελευταίες αναρτήσεις:

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ