Την αντιπροσωπεία των βουλευτών της ΔΣΟ που συμμετείχαν στην εργασίες της Διευρυμένης Συνεδρίασης της Διεθνούς Γραμματείας του θεσμού που πραγματοποιείται στην Κύπρο υποδέχτηκε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Γεώργιος.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κατά τη συνάντηση μεταξύ άλλων σημείωσε ότι, «θεωρώ ότι η παρουσία σας εδώ θέλει να τονίσει την συμπόρευσή σας μαζί μας στον δύσκολο αγώνα της εθνικής και θρησκευτικής μας επιβίωσης. Στον τόπο μας κινδυνεύει η ύπαρξη του χριστιανισμού γιατί όπου επικράτησαν στα κατεχόμενα οι μουσουλμάνοι, οι τούρκοι μουσουλμάνοι, δεν άφησαν τον χριστιανισμό και τον χριστιανικό κόσμο να εξακολουθήσει να ζει εκεί. Ζητούμε από εσάς, όπως μπορείτε και όσο μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε αυτά τα δικαιώματά μας, δικαιώματα τα οποία απολαμβάνουν όλοι οι Ευρωπαίοι να τα έχουμε κι εμείς.

Είναι κάπως οξύμωρο το γεγονός όλοι να λένε ότι πρεσβεύουν τις αρχές του ελεύθερου κόσμου και όλοι να έχουν το δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης, ελευθερία εγκατάστασης και απόκτησης περιουσίας σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, εμείς να μην έχουμε αυτό το δικαίωμα στον τόπο μας. Και ιερά μας καθιδρύματα, οι εκκλησίες μας και άλλα πράγματα τα οποία δείχνουν την θρησκευτική μας οντότητα, να βρίσκονται σήμερα κάτω από κατοχή ή να καταστρέφονται. Και οι ναοί μας να μένουν κλειστοί. Και αν ύστερα από πολύ κόπο μπορέσουμε μέσω μίας επιτροπής, κάποιο ναό να τον διορθώσουμε δεν επιστρέφει στους κατόχους του, ούτε αποδίδεται πίσω».

Κατά την προσφώνησή του λίγο νωρίτερα, ο Γενικός Γραμματέας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας (ΔΣΟ), Μέλος της Βουλής των Ελλήνων, δρ Μάξιμος Χαρακόπουλος επεσήμανε πως «εύχομαι Μακαριώτατε στην διάρκεια της ποιμαντορίας σας να πραγματοποιηθεί ο πόθος σας, που είναι πόθος όλων του ελληνισμού για την απελευθέρωση των κατεχομένων από τους Τούρκους εδαφών, στα βόρεια της νήσου για την επανένωση του νησιού, για μία δίκαιη και βιώσιμη λύση που θα δώσει τη δυνατότητα και πάλι να λειτουργηθούμε στις εκκλησίες στον βορρά που από το 1974 έχουν σιγήσει οι καμπάνες τους».
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος, απευθυνόμενος στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου αναφορικά με τον διάλογο για το Μέλλον της Ευρώπης πρόσθεσε ότι, «εμείς πάντοτε υποστηρίζαμε και τονίζαμε ότι ένας από τους τρεις βασικούς πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος είναι οι χριστιανικές αξίες μαζί με την αρχαία ελληνική γραμματεία, και το ρωμαϊκό δίκαιο. Και από την πρώτη στιγμή συμμετείχαμε αρκετά σε αυτό τον διάλογο καταθέτοντας προτάσεις και παρατηρήσεις για την ουσιαστική αναφορά στις χριστιανικές αξίες, και πόσο η χριστιανική παράδοση έχει επηρεάσει τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης, εντέλει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, αυτό που είμαστε ως Ευρωπαίοι.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα η εξέλιξη του διαλόγου δείχνει ότι η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία δεν έλαβε σοβαρά υπόψη της αυτό το ιστορικό υπόβαθρο της Ευρώπης, που είναι επηρεασμένο από τις χριστιανικές αξίες. Οι όποιες αναφορές στις ευρωπαϊκές αξίες που έχουν τις ρίζες τους στο χριστιανισμό είναι αποχρωματισμένες θρησκευτικά. Αυτό θεωρούμε ότι είναι ένα λάθος και εξακολουθούμε να το επισημαίνουμε. Και προς την αυτή κατεύθυνση στις εργασίες της διευρυμένης Γραμματείας καταλήξαμε σε ένα κείμενο επιστολής που θα σταλεί στα ευρωπαϊκά όργανα, με το οποίο ζητούμε να ενημερώσουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, τους πολίτες, για το κατά πόσο έχουν ενεργοποιήσει το άρθρο 17 της Συνθήκης της Λισαβώνας που προβλέπει την τακτική ενημέρωση των εκκλησιών και των θρησκευτικών οργανώσεων για τα τεκταινόμενα στην Ευρώπη».

Σημειώνεται, ότι στις εργασίες συμμετέχουν δια ζώσης βουλευτές από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αρμενία, την Αίγυπτο, την Ουγγαρία, τη Σερβία, την Ρουμανία, τον Λίβανο, την Ιορδανία, την Γεωργία, την Βοσνία-Ερζεγοβίνη, την Πολωνία και το Σουδάν.