Τρίτη 19 Μαρτίου 2024 | 12:50

Η αγάπη ως βάση της τελικής κρίσεως

Ιωάννης Καραβιδόπουλος
Ιωάννης Καραβιδόπουλος
Ο κ. Ιωάννης Καραβιδόπουλος, είναι Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. ειδικός στην ερμηνεία της Καινής Διαθήκης

Του ιδίου συγγραφέα:

Μπροστά σε μια τρομερή αλλά και δίκαιη σκηνή μας τοποθετεί η σημερινή ευαγγελική διήγηση από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (Ματθ. 25, 31-46). Την αγα­θότητα και καλοσύνη του Θεου μας υπογράμμισε η παρα­βολή της προηγούμενης Κυριακής με την εικόνα του Πα­τέρα που γεμάτος στοργή υποδέχεται το μετανιωμένο άσω­το παιδί του. Η καλοσύνη του όμως αυτή δεν πρέπει να μας κάνει να λησμονήσουμε και την άλλη όψη του: τη δικαιοσύνη του ως Κριτού. Κριτού βέβαια που δεν είναι αυθαίρετος, αλλά αμείβει ή τιμωρεί τους ανθρώπους ανάλογα με τα έργα τους.

Η εικόνα του διαχωρισμού των προβάτων από τα ερίφια, με την οποία αισθητοποιείται στη διήγησή μας η τελική διαλογή των ανθρώπων στους εκ δεξιών και στους εξ αριστερών του Κριτού, είναι παρμένη από την ποιμενική ζωή της Παλαιστίνης, γιατί ο Χριστός μιλούσε πάντο­τε με παραστάσεις γνωστές και οικείες στους ακροατές τους. Η εικόνα αυτή θέλει να δείξει την αλάνθαστη βε­βαιότητα του Κριτού και την αδέκαστη απόφασή του: οι άνθρωποι θα διαχωρισθούν κατά την τελική κρίση με όση ευκολία και βεβαιότητα ένας βοσκός διακρίνει τα πρόβα­τα από τα ερίφια.

Δεν πρόκειται βέβαια εδώ για μια λεπτομερή περιγρα­φή της μελλούσης Κρίσεως, αλλ’ η όλη διήγηση αποσκοπεί στο να υπογραμμίσει βάσει ποίου κριτηρίου κρίνονται οι άνθρωποι. Και το κριτήριο αυτό δεν είναι ούτε η μόρφωση, ούτε η θέση που κατέχει κανείς μέσα στην Εκκλη­σία, αλλά η εκδήλωση της αγάπης με έργα. Ας προσέξου­με τα λόγια του Κριτού προς τους εκ δεξιών: «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε». Επίσης και τα λόγια του προς τους εξ αριστερών: «εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε». Το «ποιείν» ή το «μη ποιείν» διακρίνει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς. Σε κανένα άλλο κείμενο της Κ. Διαθήκης δεν τονίζεται με τόση έμφαση όσο στο σημερινό ανάγνωσμα ότι η παράλειψη της αγάπης μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για τον άνθρω­πο.

Το ότι σαν βάση για το τελικό ξεχώρισμα των ανθρώπων παρίσταται το κριτήριο της αγάπης σημαίνει ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι αποτελούν το αντικείμενο της δίκαιης κρίσεως του Θεού.

Βέβαια, αυτό δεν μας επιτρέπει να πούμε ότι είναι δυνατή η άσκηση της αγάπης χωρίς την πίστη στον Θεό, στη λύτρωση που προσφέρει στον κόσμο δια του Ιησού Χριστού, χωρίς την ελπίδα της αναστάσεως, χωρίς την καθαρή ζωή. Μπορούμε όμως να πούμε ότι η αγάπη αποτελεί τη συνισταμένη όλων αυτών και την έμπρακτη εκ­δήλωσή τους και ότι όλα αυτά δεν έχουν καμιά αξία χωρίς την ενεργοποίησή τους με την αγάπη.

Από το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα αλλά και από όλη την Κ. Διαθήκη μπορούμε να συναγάγουμε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά της χρι­στιανικής αγάπης:

Η αγάπη μας αποτελεί απάντηση στην αγάπη του Θεού, γιατί «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» (Α’ Ίω. 4, 19). Η απάντηση όμως αυτή δίδεται μέσω των πτωχών και πασχόντων συνανθρώπων μας. Ό δρόμος που οδηγεί στον Θεό διέρχεται από το σταυροδρόμι του συνανθρώπου μας· «εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον άδελφόν αυτού μισή, ψεύστης εστίν» (Α’ Ίω. 4, 20), γράφει ο ευαγγελιστής της αγάπης Ιωάννης.

Η αγάπη είναι ανιδιοτελής· δεν αποβλέπει στην αμοιβή, ούτε στην αναγνώριση ή την επίδειξη. Γίνεται μόνο γιατί αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Αυτοί που ακούουν τον έπαινο του Κριτού στη διήγησή μας εκπλήσσονται όχι γιατί αποδίδονται σ’ αυτούς έργα αγάπης που δεν τα διέπραξαν, αλλά γιατί αυτά τα έργα ερμηνεύονται ως απευθυνόμενα προς τον ίδιο τον Χριστό. Αυτό σημαί­νει ότι έγιναν χωρίς τον υπολογισμό της αμοιβής και χωρίς ιδιοτέλεια.

Η αγάπη για την οποία γίνεται λόγος στη διήγηση έχει ένα διαπροσωπικό χαρακτήρα· κινείται στη σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, τον συγκεκριμένο πάσχοντα συνάνθρωπο. Δεν επαινεί ο Κριτής τους καλούς, γιατί έλυσαν το πρόβλημα της πείνας στον κόσμο, αλλά γιατί έδωσαν τροφή σ’ έναν πεινασμένο· δεν τους επαινεί γιατί έλυσαν το παγκόσμιο πρόβλημα της στέγης αλλά γιατί περιμάζεψαν έναν άστεγο και ξένο· δεν τους βρα­βεύει γιατί συνετέλεσαν στο να εκλείψει η πτώχεια και η γύμνια από την ανθρωπότητα, αλλά γιατί έντυσαν ένα γυ­μνό. Η αγάπη λοιπόν είναι σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, τον συγκεκριμένο και όχι προς την αφηρημένη ανθρωπότητα. Όποιος λέει ότι αγαπά όλη την ανθρωπότητα, όχι όμως τον άνθρωπο που βρίσκεται κάθε φορά μπροστά του και του ζητεί τη συμπαράστασή του, αυτός δεν λέει την άλήθεια.

Τέλος, η αγάπη προϋποθέτει την αναγνώριση του συνανθρώπου, του κάθε συνανθρώπου, ακόμη και του πιο πτωχού και ελάχιστου, σαν αδελφού, σαν μέλους της ίδιας οικογένειας με Πατέρα τον Θεό. Ο άθεος υπαρξισμός βλέπει στον άλλον άνθρωπο την απειλή, την κόλαση. Ο χριστιανισμός μας αποκαλύπτει στο πρόσωπο του συνανθρώπου τον παράδεισο, τον δρόμο προς την κοι­νωνία με τον Θεό της αγάπης.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ