Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024 | 13:38

Λόγος εἰς τό: «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ»

Αναδημοσίευση
Αναδημοσίευση
Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία αυτή είναι επιλογές από το διαδίκτυο. Εαν κάποιος από τους συντάκτες τους δεν επιθυμεί την φιλοξενία τους από το "Ορθοδοξια.info" μπορεί να το ζητήσει γράφοντας στο news@orthodoxia.info Η αναδημοσίευση στις σελίδες μας δεν σημαίνει απαραίτητα και αποδοχή των όσων αναφέρονται στα κείμενα από την πλευρά του orthodoxia.info

Του ιδίου συγγραφέα:

Τοῦ ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Κ. Παπαθανασίου, Ἱεροκήρυκος Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῶν Ἀθηνῶν

Εὐτυχῶς ποὺ ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία καὶ διατηρεῖ τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, τὴν γραμματική, τὸ συντακτικό, τὰ σχήματα λόγου ὡς ἡ παρήχησις, τὴν ὁποία διαπιστώνουμε στὴν ἀρχὴ τῆς ἀκροάσεως τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς. «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Ὡραία παρήχησις τῶν φθόγγων: σπείρων, σπεῖραι, σπόρον.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς διασώζει τὸ ὑπέροχο αὐτὸ κείμενο, τὴν λεγομένη «Παραβολὴ τοῦ Σπορέως», τὴν ὁποία «συνιόντος τοῦ ὄχλου πολλοῦ» δηλ. ὅταν συγκεντρώθηκε πολὺς λαός, ὁ Χριστὸς παρέδωκε ὄχι μόνον τότε στὸ συγκεκριμένο ἀκροατήριο ἀλλὰ σ’ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.

Πρόκειται γιὰ μία Παραβολὴ σύντομη, λιτή, ρεαλιστική, γλαφυρὴ καὶ ἐξόχως διδακτική, στηριζόμενη σὲ πραγματικὲς συνθῆκες τῆς κτίσεως καὶ τῆς ζωῆς.

Ἡ Παραβολὴ εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ γνωστὲς Παραβολὲς τοῦ Εύαγγελίου καὶ ἔχει καταστεῖ ἰδιαίτερα ἀγαπητή. Μάλιστα τὴν Κυριακὴ ποὺ ἀναγινώσκεται ἡ Παραβολὴ αὐτὴ ἔχει καθιερωθεῖ νὰ ἀρχίζουν τὰ μαθήματα στὰ Κατηχητικὰ Σχολεῖα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ὡραία λοιπὸν αὐτὴ Παραβολὴ κρύβει βαθειὰ νοήματα, συμβολισμοὺς ποὺ ὑπερβαίνουν τὴν φαινομενολογία καὶ φωτίζουν πλευρὲς τοῦς ἐσωτερικοῦ μας κόσμου.

Ὁ Κύριος εἶπε στὴν Παραβολὴ αὐτὴ ὅτι ὁ σπορέας ποὺ ἐβγῆκε γιὰ νὰ σπείρει τὸ χωράφι καθὼς ἔσπερνε, ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε κοντὰ στὸ δρόμο τοῦ χωραφιοῦ καὶ καταπατήθηκε ἀπὸ τοὺς διαβάτες καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὺρανοῦ τὸ κατέφαγαν. Ἄλλο μέρος ἔπεσε πάνω στὶς πέτρες καὶ ἀφοῦ κάπως φύτρωσε, ξεράθηκε, ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε ὑγρασία. Ἄλλο μέρος ἔπεσε μέσα στὴ γῆ ἀλλὰ ἦταν γεμάτη καὶ μ’ ἄλλους σπόρους ἀγκαθιῶν. Καὶ ναὶ μὲν βλάστησε μαζὶ μὲ τὰ ἀγκάθια τὰ ὁποῖα ὅμως τὸ ἔπνιξαν τελείως. Καὶ ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε μέσα στὴ μαλακὴ καὶ εὔφορη γῆ, καὶ ὅταν φύτρωσε ἔκαμε καρπὸ ἑκατὸ φορὲς περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι ἦταν ὁ σπόρος. Ὡστόσο ἀκούγοντας τὴν Παραβολὴ αὐτὴ οἱ μαθητὲς ἔθεσαν τὸ ἐρώτημα: «Τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη;» (Λουκ. 8, 10). Τὸν ρωτοῦν ποιό εἶναι τὸ νόημα αὐτῆς τῆς Παραβολῆς; Καὶ ὁ Διδάσκαλος, ὁ Κύριος τοὺς ἐξηγεῖ ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν θεμελιώδη φράση: «Ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 8, 11). Ἀξίζει νὰ μείνουμε περισσότερο στὴν φράση αὐτὴ τοῦ Κυρίου. Ἡ λέξη, ὁ ὅρος «λόγος» εἶναι βέβαια ἀπὸ τοὺς πλέον πολυσήμαντους ὅρους τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς ἀρχαίας φιλοσοφίας. Ἡ ἱστορία τοῦ ὅρου αὐτοῦ ἁρχίζει μὲ τὸν Ἡράκλειτο, στὸν ὁποῖο σημαίνει τὴν λογικὴ τάξη καὶ διέπει τὸ γίγνεσθαι τοῦ κόσμου. Σημαίνει ἀκόμη τὴν σκέψη, τὸ νόημα, τὴν διαλεκτικὴ ἁρμονία τῶν ἀντιθέσεων. Στοὺς Στωϊκοὺς φιλοσόφους εἶναι ζωτικὴ ἀρχή. Ὁ Ἀριστοτέλης χρησιμοποιεῖ τὸν λόγο ὑπὸ τὴν ἀνθρωπολογικὴ ἔννοια. Ὁ λόγος εἶναι ἡ οὐσία τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὸ ποὺ τὸν διακρίνει ἀπὸ τὰ ζῶα. Ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη εἶναι ζῶον «λόγον ἔχοντα» ἀναφέρει στὰ «Ἠθικὰ Νικομάχεια». Ὁ λόγος εἶναι ἡ λογική, θὰ πεῖ ὁ μέγιστος τῶν φιλοσόφων. «Ἐκ πάντων τῶν ὄντων τῷ λόγῳ χρῆται μόνος τῶν ζώων ἄνθρωπος» καὶ συμπληρώνει «καὶ τῶν θηρίων ἐνίοις φαντασία μὲν ὑπάρχει, λόγος δ’ οὔ» (Ἀριστοτέλης). Στὴν νεώτερη βέβαια φιλοσοφία, ὡς τὴν Γνωσιολογία, ἔχουμε πολλὲς ἄλλες ἐκφράσεις τοῦ λόγου ὡς «ὀρθὸς λόγος» «καθαρὸς λόγος» κἄ.

Στὴν Ἁγία Γραφή, ἡ ἔννοια τοῦ λόγου σχετίζεται στενῶς μὲ τὴν ἔννοια τοῦ Προσώπου Αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, ὡς τοῦ ἀπολύτου καὶ μοναδικοῦ Προσώπου. Εἶναι ὁ θεολογικὸς χαρακτὴρ τοῦ λόγου. Εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλυπτικός, ἄνωθεν ἐκ τοῦ Θεοῦ προερχόμενος ὄχι ἐξ ἀνθρώπων. Ὁ θεϊκὸς λόγος ὑπερβαίνει τὶς λέξεις οἱ ὁποῖες ἐπενδύουν τὸ βάθος τῆς ἀλήθειας. Ἡ ἀλήθεια ἐν προκειμένῳ δὲν εἶναι κάποια ἰδέα ἀλλὰ εἶναι ἡ θεία πραγματικότητα στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ἡ Παραβολὴ «ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ». Ὁ Σπορέας ἐξέρχεται . Ἐξῆλθεν ἐκ τῶν κόλπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἐνηνθρώπησε ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ. «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» (Ἰω. 1, 14). Ἦλθε στὸν κόσμο, κήρυξε, ἀπεκάλυψε τὴν σώζουσα ἀλήθεια. Ἔτσι ὁ Χριστὸς ἐμφανίζεται ὡς ὁ Διδάσκαλος ποὺ κηρύσσει ἀλλὰ κηρύσσει τὸν Ἴδιο τὸν Ἑαυτό Του δηλ. «τὴν ὁδό, τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ ζωή» (Ἰω. 14, 6) καὶ μᾶς καλεῖ νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του. Ἀξιοσημείωτο εἶναι καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Σπορέας ποὺ ἐξέρχεται εἶναι ὁ «σπείρων». Δηλ. πάντοτε σπέρνει. Δὲν εἶπε «μέλλων σπεῖραι», σπερῶ, ἀλλὰ ὁ οὐράνιος Σποριὰς συνεχῶς, πάντοτε σπέρνει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος ὁλοένα διὰ μέσου τῶν αἰώνων ἀποκαλύπτεται, φανερώνει τὸ θεϊκό Του Πρόσωπο καὶ σπέρνει τὸν λόγο Του στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ λόγος δὲ τοῦ Θεοῦ ἐκφράζει τὶς θεῖες ἐντολές, τὴν θεία Διδασκαλία, τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας, τὴν θεία ὑπόστασι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως πάλαι ὁ Θεὸς λαλήσας τοῖς πατράσιν ἐν τοῖς προφήταις ἐπ’ ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῷ» (Ἑβρ. 1, 1). «Ἐξαπέστειλε τὸν Υἱὸν του ἵνα λαλήσει πρόσωπον πρὸς πρόσωπον εἰς τὰς ἀκοὰς καὶ καρδίας τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀλήθεια περὶ τῆς σωτηρίας των ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας». Καὶ ὁ Χριστὸς κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. Καὶ τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ προσωποποίησις τοῦ θείου Λόγου. Ἀπαράμιλλος ἡ διδασκαλία Του, ἡ ὁποία ἀπέβη φῶς, ζωή τροφή, ὕδωρ, παράκλησις, ἐλπίδα, σωτηρία, ὁδὸς πρὸς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν. Ὁ δὲ λόγος τοῦ Κυρίου διεφυλάχθη ὑπὸ τῆς Ἐκλησίας ὡς ἡ πολυτιμοτέρα ἱερὰ παρακαταθήκη καὶ κληρονομία. Γι’ αὐτὸ καὶ συνιστᾶ ἁμάρτημα ἡ αἵρεση, ἡ πλάνη, ἡ ἀλλοίωση τῶν θείων λόγων καὶ δίδαξε ὁ Χριστὸς ὅτι «πᾶς ὅστις ἀπορρίπτει τοὺς λόγους Του εἰσέρχεται εἰς κρίσιν» (Ἰω. 12, 49) καὶ βεβαίως «πᾶς ὁ δεχόμενος τοὺς λόγους μου (εἶπε) εἰς κρίσιν οὐκ ἔρχεται ἀλλὰ μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν» (Ἰω. 5, 24).

Στὴ συνέχεια καὶ στὴν ἑρμηνεία ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος πρὸς τοὺς μαθητὲς εἶναι ἐξόχως διδακτικὸ καὶ πολὺ χαρακτηριστικὸ ὅτι μίλησε γιὰ τὴν δεκτικότητα τοῦ θείου λόγου. Αὐτὸ εἶναι τὸ σημαντικότερο. Ἐνώπιόν μας παρουσιάζονται τέσσερεις κατηγορίες ἀνθρώπων. Οἱ πρῶτοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς τὸ ἔδαφος τὸ ὁποῖον εἶναι «παρὰ τὴν ὁδόν». Ἀκούουν ἁπλῶς τὸν λόγον. Ἔρχεται ὅμως ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν λόγον ἀπὸ τὶς καρδιὲς τους γιὰ νὰ μὴ πιστεύσουν καὶ σωθοῦν. Εἶναι ἄνθρωποι σκληροί, ἄκαμπτοι καὶ ἀλαζόνες. Νοιώθουν αὐτάρκεια. Ἐμπιστεύονται μόνον στὸν δικό τους λόγο. Αὐτοὶ δὲν ἀσπάζονται καὶ δὲν ἀποδέχονται τὸν θεῖον λόγον. Ἡ ἄλλη κατηγορία εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δέχθηκαν τὸν λόγον μὲ ἐνθουσιασμὸ ἀλλὰ δὲν στερεώθηκε μέσα τους. Εἶναι ὁ σπόρος ποὺ ἔπεσεν ἐπὶ τῆς πέτρας. Σὲ καιρὸ πειρασμοῦ ἢ διωγμῶν ἀφήνουν τὸν θεῖον λόγον καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι χωρὶς πνευματικὲς ρίζες. Εἶναι ἐπιφανειακοὶ καὶ ἐπιπόλαιοι. Δυστυχῶς δὲν ἀκοῦν τὸν θεῖο λόγο. Στὴ συνέχεια τὸ μέρος τοῦ σπόρου ποὺ ἔπεσε στὰ ἀγκάθια ἀντιπροσωπεύουν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἄκουσαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχίζουν μὲ κάποια προθυμία νὰ βαδίζουν στὸ δρόμο τῆς πίστεως. Ὅμως πνίγονται ἀπὸ τὶς ἀγωνιώδεις προσπάθειες ἀποκτήσεως πλούτου καὶ ἀπὸ σαρκικὲς ἀπολαύσεις τοῦ ματαίου κόσμου καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον δὲν προκόπτουν σὲ ἀρετὴ καὶ τελικὰ δὲν καρποφοροῦν. Πνίγονται ἀπὸ τὰ ἀγκάθια τοῦ κακοῦ βίου. Ἡ τέταρτη κατηγορία εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μὲ ἀγαθὴ καὶ καλὴ καρδία, μὲ ἀγαθὴ τὴν προαίρεση ἤκουσαν καὶ κατενόησαν καὶ φύλαξαν τὸν θεῖον λόγον καὶ ἔφεραν πλουσία καρποφορία. Δηλαδὴ ρίζωσε ὁ σπόρος μέσα τους στὴ γῆ τὴν ἀγαθή.

Ἐνώπιόν μας, λοιπόν, οἱ τέσσερεις αὐτὲς κατηγορίες δεκτικότητας ἢ μὴ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεῖζον θέμα. Τὸ τί εἴδους καρδία ἔχουμε. Σκληρὴ καὶ πέτρινη, ἀκάνθινη ἢ ἀγαθὴ καρδία;

Κατὰ συνέπειαν εἴμεθα διατεθειμένοι νὰ ἀποδεχόμαστε τὸν θεῖο λόγο; Ἢ ἀφήνουμε τὴν καρδιά μας νὰ δέχεται καὶ νὰ υἱοθετεῖ, ἐνίοτε καὶ ἄκριτα τὸν κάθε ἀνθρώπινο λόγο; Εἶναι ἄραγε πιὸ πειστικὸς καὶ ἀποδεκτὸς ὁ λόγος τοῦ διαδικτυακοῦ κόσμου, τοῦ ραδιοφώνου, τῆς τηλεόρασης, τῆς αὐθαίρετης καὶ ἀβασάνιστης κρίσης, ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου; Μήπως θεωροῦμε τὸν λόγο τῆς Ἐκκλησίας ὀπισθοδρομικό, σκοταδιστικό, γιὰ ἄλλες ἐποχὲς καὶ ὄχι γιὰ τὴν δική μας;

Ὡστόσο πόσο ἀκόμη θὰ παραμένουμε ἀδαεῖς, ἀμύητοι, κωφοὶ πνευματικῶς καὶ ἀρνητὲς τοῦ αὐθεντικοῦ θείου λόγου; Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καλεῖται νὰ ὑπερβεῖ τὸν ἀνθρώπινο λόγο καὶ νὰ βρεῖ τὸν θεϊκό, νὰ εἰσέλθει στὸ μυστήριο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ ὁ θεϊκὸς λόγος δὲν εἶναι φθαρτός, παροδικός, ψεύτικος, ξύλινος καὶ πληθωρικός. Εἶναι λόγος ἀληθείας, αἰώνιος, μὴ προερχόμενος ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. Εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ θείου θελήματος καὶ ἐνῶ φαίνεται ἀκατανόητος ἢ καὶ δύσκολος καὶ ἀπραγματοποίητος εἶναι συνάμα μεθεκτὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τὸν κάθε ἄνθρωπο, οἱασδήποτε ἐποχῆς καὶ οἱουδήποτε τόπου. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «ζῶν καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διικνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος καὶ κριτικὸς ἐνθυμήσεων καὶ ἐννοιῶν καρδίας» (Ἑβρ. 4, 12). Ἀναμοχλεύει συνειδήσεις. Φέρνει ζύμωση στὴν ὅλη ὕπαρξη, ἐλέγχει τὴν ἁμαρτία, φωτίζει τὸν νοῦν, καθοδηγεῖ τὴν ψυχή, παρηγορεῖ, γι’ αὐτὸ ἔχει λεχθεῖ ὅτι ὁ θεῖος λόγος ἔχει στεγνώσει τὰ περισσότερα δάκρυα, στηρίζει καὶ δὲν ἀπογοητεύει, ἐπιτελεῖ ἠθικὰ θαύματα.

Ὁ καθένας μας ἀπὸ τὴν στάση του ἀπέναντι στὸν θεῖο λόγο κρίνεται καὶ θὰ κριθεῖ. Ἰσχύουν ἐν προκειμένῳ οἱ λόγοι ἀφ’ ἑνὸς μέν: «Ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρός» (Μαρκ. 8, 38), ἀφ’ ἑτέρου δὲ τό: «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ φυλάσσοντες αὐτὸν» (Λουκ. 11, 28).

Γιατὶ τελικὰ ὀφείλουμε νὰ γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνον ζήσεται ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ» (Ματθ. 4, 4). Καὶ τὰ αἰώνια ρήματα, τὰ θεῖα λόγια, ἂς εἶναι στὴ ζωή μας «ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου» (Ψ. 118, 103) καὶ ὡς «λύχνος τοῖς ποσί μου» (Ψ. 118, 105), ὡς γράφει καὶ ὁ Ψαλμωδὸς στὸν μακρότερο ἐξ ὅλων τῶν Ψαλμῶν.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ