“Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι” διερευνά στο πολυαναμενόμενο νέο του βιβλίο ο καθηγητής και τέως πρόεδρος του Τμ. Θεολογίας ΑΠΘ κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, το οποίο παρουσιάστηκε τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη.
Μέσα από μια σειρά παρεμβατικών κειμένων που απαρτίζουν το βιβλίο, τα οποία συνέγραψε ως επί το πλείστον κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρόεδρος του Τμ. Θεολογίας, ο κ. Σταμούλης ασχολείται με τον διάλογο της Ορθοδοξίας με την πόλη, την πολιτική και τον πολιτισμό.
Στην κατάμεστη αίθουσα εκδηλώσεων της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, τη Δευτέρα το βράδυ, άνθρωποι από τον εκκλησιαστικό, ακαδημαϊκό και πολιτικό χώρο δεν παρακολούθησαν απλά μια βιβλιοπαρουσίαση αλλά μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση για τη θέση της Εκκλησίας στη δημόσια πλατεία, τις σχέσεις της με το κράτος και την πολιτική καθώς και τον ρόλο Εκκλησίας και θεολογίας απέναντι στα σύγχρονα προβλήματα.
Για το βιβλίο μίλησαν ο μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμος, ο Κοσμήτορας της Σχολής Καλών Τεχνών ΑΠΘ κ. Ξενής Σαχίνης, ο καθηγητής Νομικής ΑΠΘ κ. Κωνσταντίνος Σταμάτης και ο ίδιος ο συγγραφέας. Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος κ. Μαρία Αναγνωστίδου.
“Ως Εκκλησία είμαστε αναγκαίοι αλλά λιγότερο ενδιαφέροντες από όσο νομίζουμε”
Ο μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως, με αφορμή τη θεματολογία του βιβλίου του κ. Σταμούλη, μίλησε ανοιχτά για όλα τα επίκαιρα προβλήματα που απασχολούν την Εκκλησία αλλά και το σύνολο των πολιτών, όπως το προσφυγικό, το σύμφωνο συμβίωσης, ο γάμος των ομοφυλοφίλων, η νεοϊδρυθείσα κατεύθυνση μουσουλμανικών σπουδών στο Τμ. Θεολογίας ΑΠΘ και ο απόηχος της Μεγάλης Συνόδου.
Με λόγο μεστό και αιχμηρό, ο κ. Άνθιμος επεσήμανε την ευθύνη της Εκκλησίας για την εικόνα της απέναντι στους πολίτες. “Ως Εκκλησία είμαστε αναγκαίοι αλλά λιγότερο ενδιαφέροντες από όσο νομίζουμε”, ανέφερε χαρακτηριστικά. Ακόμη, είπε ότι “η Ορθοδοξία ξέμαθε να διαλέγεται με την πόλη, την πολιτική και τον πολιτισμό. Το γιατί θα το βρείτε στις σελίδες του βιβλίου”. Χαρακτήρισε δύσκολο τον διάλογο που επιχειρεί ο συγγραφέας στο βιβλίο του, “γιατί πλέον δεν κάνουμε διάλογο αλλά μονόλογο στη ζωή μας”.
Κλείνοντας, τόνισε τη σημασία των λύσεων που προτείνει ο συγγραφέας, λέγοντας συγκεκριμένα “να δώσουμε στον σύγχρονο άνθρωπο την προσδοκία της ζωής, όχι απλά της μεταθανάτιας, αλλά και της επίγειας”.
“Δεν μπορεί να χωρίσει ο Θεός από την κοινωνία”
Στον σύντομο χαιρετισμό του, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Γιάννης Μπουτάρης μίλησε για τον χωρισμό Εκκλησίας- κράτους. “Η Εκκλησία δεν διεκδικεί κοσμική εξουσία. Δεν μπορεί να χωρίσει ο Θεός από την κοινωνία γιατί τον Θεό τον έχουμε όλοι μέσα μας”, εξήγησε. Επίσης, για τους κληρικούς και τον ρόλο τους, είπε ότι “ο ιερωμένος πρέπει να είναι ο πνευματικός μας πατέρας κι αυτό δεν μπορούμε να το βρούμε ούτε σε ψυχιάτρους ούτε σε ψυχολόγους”.
Από την πλευρά του, ο Κοσμήτορας της Σχολής Καλών Τεχνών ΑΠΘ κ. Σαχίνης μίλησε συνοπτικά για τα θέματα με τα οποία ασχολείται ο συγγραφέας στο βιβλίο του. Εμφανώς συγκινημένος, ο κ. Σαχίνης έκανε λόγο για τα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος και τις απαντήσεις που του δίνει η θεολογία.
Ασυνήθιστο βιβλίο με αντισυμβατικό περιεχόμενο
“Ασυνήθιστο βιβλίο όχι εξαιτίας του ευφάνταστου τίτλου του αλλά λόγω του αντισυμβατικού περιεχομένου του και του χαρισματικού λόγου του”, χαρακτήρισε το “Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι” ο καθηγητής Νομικής κ. Σταμάτης.
Το βιβλίο κοινωνεί στον απλό λαό σκέψεις σύνθετες με λόγια απλά, επεσήμανε ο κ. Σταμάτης, προσθέτοντας ότι “στα κείμενα του βιλίου στηλιτεύεται οποιαδήποτε πράξη υποτάσσει και εξευτελίζει τον άνθρωπο”.
Την εκδήλωση έκλεισε ο ίδιος ο συγγραφέας, ο “εξωστρεφής θεολόγος και γοητευτικός ομιλητής”, όπως χαρακτήρισε τον κ. Σταμούλη η συντονίστρια κ. Αναγνωστίδου.
“Ζούμε την κυριαρχία του ανέραστου”
Αφού ευχαρίστησε έναν έναν ξεχωριστά όλους όσους συμμετείχαν και διοργάνωσαν τη βιβλιοπαρουσίαση, ο κ. Σταμούλης μίλησε για τα κίνητρα συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου, για το τι καταδυναστεύει τη θεολογία αλλά και το στοίχημα της Εκκλησίας σήμερα.
“Ζούμε σε μια εποχή άγριου φονταμενταλισμού. Όχι απλά δεν αντέχουμε τον διπλανό μας αλλά ούτε τον εαυτό μας. Αυτό που παθαίνει ο πολιτισμός μας στο σύνολό του είναι η αδυναμία του να ερωτευτεί. Ζούμε την κυριαρχία του ανέραστου. Η ερωτικότητα είναι ένας τρόπος ζωής. Αυτό που καταδυναστεύει τη θεολογία είναι η κυριαρχία του ανέραστου. Έχουμε γίνει διεκπεραιωτικοί. Πρέπει να περάσουμε στο πάθος, να παθιαζόμαστε με αυτό που κάνουμε”, υποστήριξε συγκεκριμένα ο κ. Σταμούλης.
Όσον αφορά στη σχέση της Εκκλησίας με την εξουσία, εξήγησε ότι “όταν η Εκκλησία συνδέεται με την εξουσία, αυτοκαταργείται. Από την άλλη, δεν μπορούμε να εξορίσουμε τη θρησκεία από τον δημόσιο διάλογο και τη δημόσια πλατεία γιατί εκεί γεννήθηκαν οι θρησκείες. Το ερώτημα και το μεγάλο στοίχημα είναι αν η Εκκλησία αντέχει να βρίσκεται στην πλατεία και αν η πλατεία αντέχει την Εκκλησία”.
Σχολιάζοντας τις εύκολες λύσεις που αναζητούν οι πιστοί αλλά και η Εκκλησία ως προς την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων, τόνισε ότι “η σημερινή εποχή ζητά εγγυημένες προφητείες. Θέλει να περπατήσει στα κύματα χωρίς πρώτα να έχει καθήσει δίπλα στους πονεμένους και τις πόρνες”.
Μεταξύ των κειμένων που αποτελούν το βιβλίο “Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι” συγκαταλέγεται και η συνέντευξη που είχε δώσει ο συγγραφέας για την κατεύθυνση μουσουλμανικών σπουδών τον Αύγουστο του 2014, ως πρόεδρος του Τμ. Θεολογίας ΑΠΘ, στον έγκριτο δημοσιογράφο κ. Ανδρέα Λουδάρο.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αρμός.
[jw7-video n=”1″]
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου
Ο τίτλος προσπαθεί να μας εξοικειώσει με το θέμα, όμως, ο διάλογος που ο συγγραφέας επιχειρεί είναι δύσκολος για 2 λόγους: επειδή στις μέρες μας συνήθως δεν διαλεγόμαστε αλλά μονολογούμε παράλληλα (ή ψευδώνυμα στα σχόλια των ιστοσελίδων) και επειδή, ένας τέτοιος διάλογος -αυτός καθ΄αυτόν- είναι δύσκολος. Κάποτε, στα χρόνια του Διατάγματος των Μεδιολάνων, ένας παρόμοιος διάλογος, της Εκκλησίας με την Αυτοκρατορία, ήταν αυτονόητος (και γι΄αυτό νίκησε), όμως σήμερα η Ορθοδοξία ξέμαθε να διαλέγεται «…με την πόλη, με την πολιτική και τον πολιτισμό«.
Το γιατί, θα το βρείτε στις σελίδες αυτού του βιβλίου, όπου ο συγγραφέας εξηγεί ότι «η Εκκλησία δεν αποτελεί την αλεπού της ιστορίας«. Και επειδή θέλω να του δώσω αφορμή (την αιτία την έχει) να ετοιμάσει το επόμενο βιβλίο του, με όσα θα πω διερωτώμαι: εντάξει κ. Καθηγητά, δεν είμαστε η αλεπού, όμως το παζάρι γιατί το φοβόμαστε;
Δεν ξέρω τί γίνεται στο Δήμο Θεσσαλονίκης, όμως στις δικές μας επαρχιακές πόλεις (με περιορισμένες θέσεις, μικρούς δρόμους κλπ) οι παραγωγοί (των ζαρζαβατικών φερ΄ειπείν) με δυσκολία πετυχαίνουν να εξασφαλίσουν χώρο στο παζάρι. Ναί! το Κράτος προσπαθεί να βγάλει την Εκκλησία από τη δημόσια πλατεία, (αυτό δεν με ξαφνιάζει), όμως απορώ που και η Εκκλησία δεν αισθάνεται πλέον βολικά στην πλατεία. Ποιά; η Εκκλησία! που ξεκίνησε όχι από τους δρόμους αλλά κάτω από τους δρόμους, από τις κατακόμβες και μεταμόρφωσε αυτοκρατορίες. Αλήθεια! πώς τα καταφέραμε! Με την ιλιγγιώδη ποίηση, με την κορυφαία μουσική, με την μοναδική ζωγραφική, με την εκφραστική αρχιτεκτονική μας, με την τόσο συναρπαστικὴ δραματουργία και τον διαχρονικά γονιμότατο λόγο μας. Όμως τώρα, γιατί μας εγκατέλειψε η αυτοπεποίθηση; Μας έκοψαν κάποτε τα φτερά, και τώρα που ξαναφύτρωσαν δεν τα ανοίγουμε για να πετάξουμε. Δεν πιστεύουμε ότι η «πραμάτεια» μας στο παζάρι, όντως θα γίνει ανάρπαστη! Αλλά κι αν αποκλεισθούμε από το παζάρι, τότε όπου και να πάμε, εκεί θα στηθεί η λαϊκή αγορά.
Να αναφέρω 3 παραδείγματα που φανερώνουν αυτήν την ατολμία μας να βγούμε στην πλατεία και να ανοίξουμε δημόσιο διάλογο:
Μεθαύριο Τετάρτη θα συγκροτηθεί σε Σώμα και θα συνεδριάσει στην Αθήνα η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για να κάνει μια αποτίμηση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης. Είναι σωστό αυτό, όμως γιατί (σε κληρικούς και λαϊκούς), υπάρχει τόσος φόβος και τέτοιος πανικός; Αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι η Εκκλησία, υπάρχει στ΄αλήθεια Σύνοδος Επισκόπων που θα επιδιώξει και θα επιτύχει να βλάψει την Εκκλησία; Όποιος πεί «ναί», τότε γι΄αυτόν η Εκκλησία δεν είναι ο Χριστός, αλλά ένας ανθρώπινος οργανισμός. Όταν ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας πρότεινε στην Κρήτη να καταδικάσουμε τον «αντι-οικουμενισμό» ως αίρεση και κάποιοι το θεώρησαν υπερβολικό, τότε ο Αναστάσιος είπε: «…να αφήσουμε, λοιπόν, το Πνεύμα να πνέει και σήμερα στην Εκκλησία, όπως θέλει, κι όχι να αντιγράφουμε μονίμως το παρελθόν». Κι όταν σε μια κατ΄ιδίαν αγωνιώδη συζήτηση, του είπαμε πόσο δεσμευτικές ήταν για την Ιεραρχία μας οι προτάσεις που κατεβάσαμε στην Κρήτη, μας είπε: «αυτές που φέρατε δεν είναι προτάσεις, είναι το Ταλμούδ».
Άλλο παράδειγμα:
Έγινε, εδώ στη Θεσσαλονίκη, τόσος θόρυβος για το Πρόγραμμα Ισλαμικών Σπουδών. Ειπώθηκαν και γράφτηκαν απόψεις που δεν είχαν ούτε την εξυπνάδα του φιδιού, ούτε την καθαρότητα του περιστεριού. Φυσικά δεν απέπνεαν αγάπη, ούτε φανέρωναν αυτοεκτίμηση. Ήρθα και μίλησα γι΄αυτό το θέμα στη Νεάπολη, προσκεκλημένος του αδελφού μου Βαρνάβα. Όταν έγινε μια σχετική εκδήλωση στη Μητρόπολη εδώ, ρώτησα τον Γέροντά μου: να ρθω να μιλήσω; και μου απάντησε: «μην έρχεσαι, γιατί δεν ξέρω τί κλίμα θα επικρατήσει». Δεν ήρθα, από σεβασμό στην ειλικρίνεια των προθέσεων του (προθέσεις, που επί 30 χρόνια στη Θράκη, ως πράξεις, πέτυχαν την ισονομία και την ειρήνη στην περιοχή μας). “Ομως αν ερχόμουν, ξέρετε τί θα σας έλεγα; οι Θεσσαλονικείς φοβάστε τους 30 θρακιώτες μουσουλμάνους που θα παρακολουθήσουν το Πρόγραμμα, όμως εγώ φοβάμαι κάτι άλλο: μην τυχόν αυτά τα παιδιά -που είναι, όπως ήταν κάποτε τα δικά μας κατηχητόπουλα το 1960- χαλάσουν και στη Σχολή και στη Θεσσαλονίκη.
Τρίτο παράδειγμα:
Δημιουργείται τόση ένταση με τη φοίτηση, σε σχολεία της Χώρας μας, των παιδιών λαθρομεταναστών και προσφύγων. Είναι θέμα για το οποίο η ΕΕ κατάφορα καταπάτησε όχι μόνο τη Συνθήκη Σένγκεν αλλά κάθε ευρωπαϊκό και ανθρωπιστικό Δίκαιο. Μας προέκυψε, δεν το επιλέξαμε, όμως θα τρομοκρατεί την Ευρώπη για πολλές δεκαετίες ακόμη. Πώς το αντιμετωπίζουμε οι Ορθόδοξοι Έλληνες; Με τις ίδιες αναποτελεσματικές και επικίνδυνες μεθόδους που το παλεύουν στην Ευρώπη. Αφού ξέρουμε ότι υπάρχουν δύο τακτικές, η λογική και η φανατική, γιατί δεν επιλέγουμε την πρώτη; Έχουμε προηγούμενο: εξελληνίσαμε και εκχριστιανίσαμε λαούς και φυλές στην ιστορία μας, όχι λίγες, αλλά κι εκείνη η πολιτική δεν ήταν και η πιό πετυχημένη. Την καλύτερη μέθοδο μας την αναγνώρισε πρό ημερών ο Πρόεδρος Ομπάμα, λέγοντας στην Αθήνα: «οι Έλληνες με τον τρόπο που διαχειρίζεσθε τους πρόσφυγες, διδάξατε ακόμα μιά φορά στον κόσμο την ανθρωπιά». Εμείς αποκωδικοποιήσαμε το λόγο του: ξέρουμε ότι η ανθρωπιά πλέον ή εμπνέεται από το Ευαγγέλιο ή απλά δεν υπάρχει. Ή είναι απόρροια -έστω και ασύνειδη- της Ορθόδοξης βιοτής ή είναι απεριόριστη υποκρισία.
Θα ήθελα να σχολιάσω και περί το Συνέδριο με την Αριστερά και περί το μάθημα των θρησκευτικών, που θίγει ο κ. Σταμούλης στο βιβλίο, όμως περιορίζομαι σ΄αυτά τα 3 θέματα, επειδή βιάζομαι να σας ρωτήσω: πείτε μου, σας παρακαλώ, αν ο Λυαίος σήμερα φώναζε και προκαλούσε στο στάδιο (πλατεία, παζάρι, δημόσιο, κοινωνία), ποιός Δημήτριος από το πλήθος θα κατέβαινε στην παλαίστρα, ενθαρρημένος από τί, με ποιά εξάρτυση, ώστε να εξουθενώσει την έπαρσή του;
Αγαπητοί μου,
Ας πάψουμε να τρωγόμαστε μεταξύ μας, κι ας τολμήσουμε να βγούμε στις αγορές και στις πλατείες. Όχι στις χρηματιστηριακές αγορές ούτε στις αγοραίες πλατείες, αλλά στα μαρμαρένια αλώνια όπου είναι ανάγκη να δοκιμαστεί ξανά, πόσο δραστικό είναι το Ευαγγέλιο σήμερα, πόσο εφικτή είναι η «κατά Χριστόν ζωή» μας, σήμερα.
Ας μη μας λείπει η αυτοσυνειδησία, δεν φτιάξαμε εμείς την Εκκλησία, είναι «Θεού οικοδομή». Ας μη χάνουμε την αυτοεκτίμησή μας, ο Χριστός παραμένει μαζί μας «όλες τις ημέρες της ζωής μας, μέχρι τη συντέλεια των αιώνων». Ο πολύτιμος μαργαρίτης, δεν κάνει να μένει άλλο θαμμένος στη γη. Ας τον βγάλουμε κι ας τον εμπορευτούμε στον μπάνγκο, στο παζάρι.
Δεν είναι εικόνα χριστιανών αυτή, να βριζόμαστε σε μια ακαταλαβίστικη γλώσσα που οι λέξεις της δεν σημαίνουν τίποτε για τον σύγχρονο άνθρωπο. Φωνάζουμε έξαλλα σε κάποιους: «μανιχαϊστή», «οικουμενιστή», «νικολαΐτη», όταν δίπλα μας ένας κόσμος ολόκληρος -στην καλύτερη περίπτωση- νοιάζεται απλώς για το «αν υπάρχει Θεός και πώς θα επιστρέφει σ΄Αυτόν, όταν παρεκτρέπεται».
Για τη σχέση μας με την Ρώμη (ο συγγραφέας μας λέει ότι ο διάλογος πρέπει να συνεχιστεί με βάσει το Τριαδικό πρότυπο), εγείραμε ζήτημα για το «αν η ΡΚαθολική Εκκλησία, είναι Εκκλησία», όταν στη Χώρα μας εκκλησιάζεται το 5% των Ορθοδόξων.
Απαιτούμε τη διόρθωση του μαθήματος των θρησκευτικών, περιφέροντας τις σαγιονάρες των οσίων για προσκύνηση. Θριαμβολογούμε την απομάκρυνση του υπουργού Παιδείας, όταν το Κοινοβούλιο ψήφισε πανηγυρικά το Σύμφωνο Συμβίωσης (και όταν ο Ομπάμα αναφέρθηκε στο γάμο των ομοφυλοφίλων, οι Ορθόδοξοι Έλληνες που ήταν στην κατάμεστη τεράστια αίθουσα του Ιδρύματος Νιάρχου, τον καταχειροκρότησαν).
Οι νέοι μας ζητούν ψωμί κι εμείς τους δίνουμε πέτρες.
Επιστήμες του αύριο, όπως η Βιολογία και η Γενετική, ζητούν να βάλουμε ηθικά όρια στην έρευνά τους κι εμείς ασχολούμαστε με …προφητείες.
Αλλά και μέσα στο σπίτι μας: δεν ανεχόμαστε, ούτε δοκιμαστικά, την μετάφραση κάποιων διδακτικών κειμένων στη Λατρεία, μήτε ανησυχήσαμε όταν μας είπαν ότι ο βαυκαλισμός μας με τα ηρω-ελεγειακά 16σύλλαβα είναι …αυνανισμός. Δεν υποπτευόμαστε καν, ότι το λατρευτικό ωράριο που τηρούμε είναι για περασμένες εποχές, ούτε ιδρώνει το αυτί μας όταν κοστολογείται στον Τύπο η γκαρνταρόμπα μας.
Γι΄αυτό πλέον η μεγάλη πλειονότητα του λαού μας αδιαφορεί και μας προσπερνάει ή μας φοβάται. Κυρίως μας φοβούνται οι πολιτικοί της Χώρας μας, επειδή, όπως ειπώθηκε «γλυστράμε εύκολα». Όταν θίγονται τα προνόμοιά μας, επικαλούμαστε το ρόλο του Κλήρου στα 1821. Όταν προτείνεται η αξιολόγησή μας, κραδαίνουμε τα συσσίτια των ενοριών μας. Ενώ υπάρχουν παπάδες που ξημεροβραδιάζονται στους ναούς με το πετραχείλι στο λαιμό, επίσημα προτάσσουμε το κοινωνικό μας έργο. Επειδή, λοιπόν, όντως «γλυστράμε εύκολα», γι΄αυτό άρχισε εναντίον μας ένας ιδιότυπος κλεφτοπόλεμος και υπάλληλοι του Υπ. Παιδείας γύρισαν προ καιρού σε ενορίες του λεκανοπεδίου για να ελέγξουν αν οι εφημέριοι που αναφέρονται στα Δίπτυχα τηρούν το 8ωρό τους. Και τώρα, ελέγχεται το πόσο συχνά γίνονται αναλήψεις από τους μισθοδοτικούς λογαριασμούς των ιερέων.
Οπότε, πως να βγούμε στο παζάρι, κ. Σταμούλη! Καταλαβαίνετε τί θέλω να πω; Είμαστε αναγκαίοι αλλά λιγότερο ενδιαφέροντες απ΄όσο νομίζουμε.
Ο συγγραφέας μας γράφει στο βιβλίο του: «υπάρχουμε όπου οι άλλοι είναι ανύπαρκτοι και όταν δεν αντέχουμε την παρουσία τους, επιδιώκουμε την απουσία τους«. Γι΄αυτό «είμαστε πλήρεις μέσα στη φυλακή του κλειστού εαυτού μας και φτάσαμε να μην αντέχουμε ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό«.
Ποιά λύση μας προτείνει;
«Με θάρρος και περισσή δύναμη να ακολουθήσουμε την πορεία μας μέσα στον πολιτισμό«, «να μην απουσιάζουμε από τη ζωή«, «να μην πνίγουμε την έκπληξη«, «να δώσουμε στον σύγχρονο άνθρωπο την προσδοκία της ζωής, την επιθυμία της ζωής, όχι απλά της μεταθανάτιας, αλλά της ζωής πριν το θάνατο«. Να μην έχει η ζωή μας «θερμότητα χωρίς λόγο και επιστήμη«, για να μην μείνει «ο πλους της πίστεως ακυβέρνητος”.
Αγαπητοί μου,
«Ο Θεός δεν έχει ανάγκη από τα ψέμματά μας». Βεβαίως και δεν χρειάζεται την υποστήριξή μας Αυτός, που στη Γεθσημανή ζήτησε να βάλουν τα μαχαίρια στις θήκες τους. Μας ζητάει όμως να Τον πάρουμε στα σοβαρά. Ο Σταμούλης λέει ότι «ο Θεός κάποτε έλεγε και ό,τι έλεγε, γίνονταν. Έπειτα έγινε ο ίδιος σιωπηρά κι ασκητικά άνθρωπος«. Και μας προτρέπει να σεβαστούμε «την ιδιαιτερότητα και την διαφορετικότητα«.
Αν δεν σταθούμε έτσι μπροστά στο πονεμένο βογγητό του Σαμαρείτη, θα εκλιπαρούμε την δημόσια υπάρξή μας, μόνο και μόνο ως ανάχωμα, παλαιότερα στον κομμουνισμό και σήμερα στο Ισλάμ. Αν δεν διακρίνουμε τα μαύρα ράσα από τις άσπρες μπλούζες, θα βιώνουμε μέσα στο σπίτι μας, αυτό που λέει ο συγγραφέας μας «το ανέραστο της κλειστοφοβικής εκκλησιαστικής μας επάρκειας και αγοραφοβίας που θα οδηγεί στην υποχώρηση της ανθρωπινότητας”.
Να κλείσω με την εξής απορία που μου δημιούργησε το βιβλίο:
Αλήθεια, τί αξία έχει, η Θεολογία μας, χωρίς το μυστήριο της σάρκωσης; Τί αξία έχει μια Εκκλησία που θα είναι απόκοσμη, επειδή θα φοβάται μην τυχόν χαρακτηριστεί ως κοσμική;
Ευχαριστώ, Χρυσόστομε, για τον προβληματισμό, μπροστά στον οποίο μας έθεσες. Να σ΄έχει ο Θεός καλά και να σε εμπνέει.