ORTHODOXIA.INFO | Ανδρέας Λουδάρος Τη στιγμή που έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με το θέμα της θρησκευτικής ουδετερότητας της Πολιτείας, η Εκκλησία της Ελλάδος με μια κίνηση «μάτ» έρχεται να τοποθετηθεί στον δημόσιο διάλογο υποστηρίζοντας πως όχι μόνο αυτή η αρχή είναι ήδη εν ισχύ στην χώρα λόγω της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της νομολογίας του Δικαστηρίου του Στρασβούργου αλλά και παραβιάζεται από το κράτος στην περίπτωση της διοίκησης του Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελίστριας Τήνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες του orthodoxia.info σήμερα το πρωί η Εκκλησία της Ελλάδος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας να κηρυχθεί αντισυνταγματική η τροπολογία που καθαίρεσε την προηγούμενη διοίκηση και αφαίρεσε το δικαίωμα στον εκάστοτε μητροπολίτη Σύρου να έχει ψήφο στην ψηφοφορία κατά την οποία προκύπτει ο αναπληρωτής του Αντιπρόεδρος και ο Γεν. Γραμματέας στο διοικητικό συμβούλιο του ΠΙΙΕΤ, διότι ακριβώς παραβιάζει την θρησκευτική αυτονομία της Εκκλησίας έναντι του Κράτους και την αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους, με την έννοια της μη επέμβασης του κράτους σε εσωτερικά θρησκευτικά ζητήματα όπως την εννοεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Κατά την Εκκλησία της Ελλάδος: «Οι κρίσιμες διατάξεις του άρθρου 48 του ν. 4521/2018 για την καθαίρεση της νόμιμα εκλεγμένης Διοικούσας Επιτροπής του Π.Ι.Ι.Ε.Τ., την εκλογή Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα της Δ.Ε. του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. χωρίς την συμμετοχή του επιχώριου Μητροπολίτη Σύρου και μετά από θέσπιση εξαίρεσης του ΠΙΙΕΤ (δυνάμει του επανενεχθέντος σε ισχύ άρθρου 66 παρ. 1 ν. 590/1977) από τις διατάξεις του άρθρου 59 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977):
Α) είναι αντισυνταγματικές ως αντίθετες προς τα άρθρα 3, 12, 13 Συντ. καθώς πλήττουν την θρησκευτική αυτοδιοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος ως συλλογικό δικαίωμα, που προκύπτει από τον συνδυασμό των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων.
Β) και προσκρούουν στην θρησκευτική αυτονομία της ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος και στην (ήδη ισχύουσα στην ελληνική έννομη τάξη) αρχή της θρησκευτικής ουδετερότητας του Κράτους υπό την συγκεκριμένη έννοια των άρθρων 9, 11 και 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς αποτελούν «παρέμβαση» του Κράτους, αθέμιτη και κατά τρόπο δυσανάλογο και μη αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία, στην οργάνωση και διοίκηση χώρου λατρείας (το Ιερό Ίδρυμα περιλαμβάνει τον Ιερό Ναό και την περιουσία του Ιερού Ναού) της θρησκευτικής κοινότητας – ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος χωρίς την συναίνεση των καταστατικών οργάνων διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος με στόχο την καθαίρεση της αιρετής διοίκησης, την εκλογή νέας και την αποβολή του Μητροπολίτη της από τη διαδικασία εκλογής διοικητικών οργάνων του νομικού προσώπου, που διοικούν Ιερό Ναό της θρησκευτικής αυτής κοινότητας».
Εννέα μήνες μετά την ψήφιση στη Βουλή βουλευτικής τροπολογίας η οποία ήρε από τον εκάστοτε μητροπολίτη Σύρου το δικαίωμα ψήφου στην καθοριστική πρώτη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου όταν συνέρχεται σε σώμα μετά τις εκλογες, η Εκκλησία της Ελλάδος επανέρχεται θέτοντας στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας ένα εξαιρετικά σημαντικό ζητημα το οποίο συνδέδεται άμεσα τόσο με τους νόμους του ελληνικού κράτους όσο και με την ΕΣΔΑ.
«Με την απαγόρευση ψήφου του Σεβ. Μητροπολίτη Σύρου κατά την εκλογή Αντιπροέδρου και Γραμματέα και την εξαίρεση του ΠΙΙΕΤ από τις διατάξεις περί προσκυνημάτων του ν. 590/1977 περιστέλλεται η δυνατότητα πλήρους συμμετοχής στη διοίκηση του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου, την στιγμή που τα υπόλοιπα λαϊκά μέλη της Επιτροπής τη διαθέτουν» αναφέρεται στην προσφυγή η οποία καταλήγει ως εξής:
«Τα ανωτέρω προσκρούουν στην θρησκευτική αυτονομία της Εκκλησίας της Ελλάδος και στην αρχή θρησκευτικής ουδετερότητας του κράτους όπως την εννοεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (9,11,14 ΕΣΔΑ) και ισχύει ήδη ως δεσμευτική αρχή για τον έλληνα τυπικό και κανονιστικό νομοθέτη λόγω της ΕΣΔΑ και πρέπει οι προσβαλλόμενες να ακυρωθούν».
Αντίστοιχες προσφυγές έχουν κατατεθεί τόσο από τη Μητρόπολη Σύρου όσο και από τα μέλη του ΠΙΙΕΤ των οποίων η εκλογή ακυρώθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας.
Η συζήτηση στην Ολομέλεια του ΣτΕ θα πραγματοποιηθεί στις 7 Δεκεμβρίου.