Δε, 21/04/25 | 21:31

Οι Χριστιανοί ως μέλη του Σώματος του Χριστού

Μιλτιάδης Κωνσταντίνου
Μιλτιάδης Κωνσταντίνου
Ο καθηγητής Μιλτιάδης Κωνσταντίνου είναι, Άρχων Διδάσκαλος του Ευαγγελίου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Έχει διατελέσει Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. Γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1952. Διδάσκει Παλαιά Διαθήκη και Βιβλική Εβραϊκή Γλώσσα.

Του ιδίου :

Θέμα της περικοπής 1Κο 12:27 – 13:8, που κατά το τυπικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτελεί το αποστολικό ανάγνωσμα της Γιορτής των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού, αποτελούν τα διάφορα χαρίσματα που διακρίνουν τα μέλη της Εκκλησίας μεταξύ τους αλλά και η αγάπη που τα κρατάει ενωμένα. Η σύνδεση της περικοπής με τη γιορτή είναι προφανής. Τα αδέλφια Κοσμάς και Δαμιανός, που μαρτύρησαν το 284 μ.Χ. στη Ρώμη, και η μνήμη τους τιμάται την 1η Ιουλίου, διέθεταν ως γιατροί το χάρισμα της θεραπείας και διακρίνονταν για την αγάπη τους, καθώς προσέφεραν τις υπηρεσίες τους προς όλους δωρεάν και γι᾽ αυτό αποκαλούνται ‘‘Ανάργυροι’’.

Με τα ίδια ονόματα και ανάλογα χαρακτηριστικά μαρτυρούνται στην αγιολογική παράδοση άλλα δύο ζεύγη αγίων, οι Κοσμάς και Δαμιανός που κατάγονταν από τη Μικρά Ασία και η μνήμη τους τιμάται την 1η Νοεμβρίου, και οι επίσης γιατροί Κοσμάς και Δαμιανός από την Αραβία που μαζί με τους αδελφούς τους Λεόντιο, Άνθιμο και Ευτρόπιο μαρτύρησαν στην Λυκία και τιμώνται στις 16 Οκτωβρίου. Το παρωνύμιο ‘‘Ανάργυροι’’ αποδίδεται και σε άλλους ένδεκα αγίους· Κύρος και Ιωάννης, Παντελεήμων, Ερμόλαος, Σαμψών, Διομήδης, Μώκιος, Ανίκητος, Θαλλελαίος, Τρύφων και Ιουλιανός.

Η περικοπή αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης ενότητας (1Κο 12:1 – 14:40) που αναφέρεται στα πνευματικά χαρίσματα. Στους στίχους που προηγούνται ο απόστολος Παύλος παρομοίασε την Εκκλησία με ένα σώμα, που, ενώ συγκροτείται από πολλά και διαφορετικά μέλη, παραμένει ενιαίο, καθώς τα διάφορα μέλη του συνεργάζονται στενά μεταξύ τους. Προχωρεί όμως ακόμη περισσότερο, ταυτίζοντας το σώμα αυτό με το σώμα του αναστημένου Ιησού Χριστού. Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού και οι χριστιανοί τα μέλη του σώματος αυτού. Και όπως ακριβώς τα μέλη ενός σώματος βρίσκονται τοποθετημένα το καθένα στη θέση που πρέπει και επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες, καθεμιά από τις οποίες είναι καθοριστικής σημασίας για ολόκληρο το σώμα, έτσι και τα μέλη της Εκκλησίας έχουν το καθένα τη θέση του και τον ρόλο του. Όσο σημαντική και να είναι η θέση κάποιου μέσα στην Εκκλησία, για να επιτελέσει τον ρόλο του χρειάζεται και τους άλλους. Όσο ασήμαντος και να φαίνεται ο ρόλος κάποιου μέσα στην Εκκλησία, αν δεν τον παίξει σωστά, ολόκληρο το σώμα θα έχει πρόβλημα. Έτσι, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι ο ρόλος του ή η θέση του έχει περισσότερη αξία από τον ρόλο ή τη θέση κάποιου, όπως ακριβώς το κεφάλι, παρά τη μεγάλη σημασία που έχει, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το υπόλοιπο σώμα.

Η Εκκλησία, λοιπόν, αποτελεί ένα σώμα που συγκροτείται από διάφορα μέλη. Η συγκρότηση αυτή δεν είναι μια τυχαία προσαρμογή μελών, αλλά το κάθε μέλος βρίσκεται στη θέση που βρίσκεται για να επιτελέσει κάποιον ρόλο, έχει κάποιον σκοπό. Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν ενεργά και ανενεργά μέλη. Όπως ακριβώς σ’ ένα σώμα, όταν κάποιο μέλος μένει ανενεργό πεθαίνει, έτσι και στην Εκκλησία όλα τα μέλη πρέπει να έχουν κάποιον ρόλο, πρέπει να ανακαλύψουν και να αναπτύξουν τα χαρίσματα που τους προσφέρει το Άγιο Πνεύμα και να αποφασίσουν να τα θέσουν στην υπηρεσία του όλου σώματος, δηλαδή στην υπηρεσία του Χριστού.

Από το παραπάνω όμως προκύπτει κάποιος προβληματισμός: Μέσα στην Εκκλησία υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι, άνθρωποι που αγωνίζονται καθημερινά να πραγματώσουν το θέλημα του Θεού και άλλοι που αδιαφορούν εντελώς· πώς θα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν όλοι μέλη του ίδιου σώματος και μάλιστα του σώματος του Χριστού. Αλλά στο σημείο αυτό βρίσκεται και το μεγαλείο της χριστιανικής πίστης. Ασφαλώς οι άνθρωποι είναι ανάξιοι να είναι μέλη του σώματος του Χριστού, γίνονται όμως όχι επειδή το αξίζουν, επειδή το κέρδισαν με την αξία τους, με τον αγώνα τους με τις προσπάθειές τους, αλλά επειδή τους το χάρισε ο ίδιος ο Χριστός. Αυτός είναι που αναλαμβάνει τον κάθε άνθρωπο χωριστά και τον θεραπεύει εντάσσοντάς τον στο σώμα του. Όπως ακριβώς όταν ένα μέλος του σώματος αρρωστήσει, χτυπήσει, προσβληθεί από κάτι, ολόκληρο το υπόλοιπο σώμα δραστηριοποιείται για να το θεραπεύσει έτσι και τα υπόλοιπα μέλη του σώματος της Εκκλησίας θα πρέπει κάθε φορά που κάποιο μέλος αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα, κάποια πτώση, να σπεύδουν να το συνδράμουν. Και αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος των αγίων μέσα στην Εκκλησία.

Επεκτείνοντας λίγο τη μεταφορά που χρησιμοποίησε ο απόστολος Παύλος θα μπορούσε να παρομοιάσει κανείς τους αγίους με τα λευκά αιμοσφαίρια που, μόλις διαπιστώσουν ότι κάποιο μέλος του σώματος νοσεί, σπεύδουν να δημιουργήσουν μια ασπίδα προστασίας γύρω του για να το επαναφέρουν στη σωστή του λειτουργία. Στην προσπάθειά τους αυτή πολλά από τα λευκά αιμοσφαίρια πεθαίνουν, στο τέλος όμως το μέλος σώζεται και ολόκληρο το σώμα ανακτά και πάλι την υγεία του. Κατά τον ίδιο τρόπο οι άγιοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό, σώζουν και αυτοί το σώμα της Εκκλησίας και επιτρέπουν και στους υπόλοιπους να είναι μέλη του.

Όλα τα παραπάνω ισχύουν, βέβαια, υπό μία προϋπόθεση· να θέλει κανείς να παραμείνει σε κοινωνία με τους αγίους, να θέλει να αποτελεί μέλος του σώματος του Χριστού. Και αυτό μόνον με έναν τρόπο επιτυγχάνεται· με την αγάπη. Έτσι, ο απόστολος Παύλος εγκαταλείπει στο σημείο αυτό τον παραβολικό λόγο και περιγράφει έναν δρόμο προς τη σωτηρία που τον χαρακτηρίζει πολύ ανώτερο από οποιοδήποτε χάρισμα από οποιαδήποτε ικανότητα του ανθρώπου. Οι 8 πρώτοι στίχοι του 13ου κεφαλαίου της Επιστολής περιέχουν αυτό που αποκαλείται «Ύμνο της Αγάπης». Είναι τόσο δυνατή η γλώσσα που χρησιμοποιεί εδώ ο απόστολος που οποιαδήποτε ανάλυση μάλλον θα κατέστρεφε τον ύμνο, παρά θα τον επεξηγούσε. Αρκεί απλώς να τον ξαναδιαβάσει κανείς:

Αν μπορώ να λαλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων, ακόμα και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη για τους άλλους, οι λόγοι μου ακούγονται σαν ήχος χάλκινης καμπάνας ή σαν κυμβάλου αλαλαγμός. Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα κατέχω τα μυστήρια κι όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη, έτσι που να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα. Κι αν ακόμα μοιράσω στους φτωχούς όλα μου τα υπάρχοντα, κι αν παραδώσω στη φωτιά το σώμα μου για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, σε τίποτα δεν μ’ ωφελεί. Εκείνος που αγαπάει έχει μακροθυμία, έχει και καλοσύνη· εκείνος που αγαπάει δεν ζηλοφθονεί· εκείνος που αγαπάει δεν κομπάζει ούτε περηφανεύεται· δεν φέρεται με απρέπεια, δεν είναι εγωιστής ούτε ευερέθιστος· ξεχνάει το κακό που του έχουν κάνει. Δεν χαίρεται όταν γίνεται κάτι άδικο, αλλά μετέχει στη χαρά για το σωστό. Εκείνος που αγαπάει, όλα τα ανέχεται, όλα τα αντιμετωπίζει καλόπιστα, για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει. Ποτέ η αγάπη δεν θα πάψει να υπάρχει.

Μία μόνον επισήμανση είναι στο σημείο αυτό απαραίτητη· η αγάπη για την οποία κάνει λόγο ο απόστολος δεν είναι μια συναισθηματική κατάσταση, κάτι που προκαλεί ευχαρίστηση ή ικανοποίηση. Είναι επιλογή και μάλιστα δύσκολη, είναι στάση ζωής και μάλιστα συνειδητή και γι’ αυτό σκληρή και γι’ αυτό απαιτεί συνεχή αγώνα. Οι σήμερα τιμώμενοι άγιοι, οι άνθρωποι που έκαναν την αγάπη καθημερινό τρόπο ζωής τους, οι άνθρωποι που με τον αγώνα τους πάλεψαν για να θεραπεύσουν κάθε μέλος του σώματος του Χριστού ας είναι συμπαραστάτες όλων όσοι θέλουν να μπουν σ’ αυτόν τον αγώνα.

*Ο καθηγητής Μιλτιάδης Κωνσταντίνου είναι Άρχων Διδάσκαλος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ