Ως προσπάθεια επανασυγκόλλησης ενός γυαλιού που φαίνεται να έχει σπάσει καιρό τώρα, ερμηνεύεται από πολλούς στον εκκλησιαστικό χώρο η επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αθήνα, ύστερα από πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, επτά μήνες μετά την θορυβώδη ματαίωση της συνάντησης τους τον προηγούμενο Οκτώβριο.
Ύστερα από μια περίοδο ψυχρότητας που ξεκίνησε πριν από πέντε χρόνια, παραμονές της εκλογής του διαδόχου του μακαριστού μητροπολίτη Ιωαννίνων Θεόκλητου και κορυφώθηκε την τελευταία διετία με την υπόθεση «Προμπονά» η οποία έφερε τις δυο Εκκλησίες αντιμέτωπες ακόμη και στις δικαστικές αίθουσες, σήμερα φέρεται να υλοποιείται η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια οι δυο άλλοτε στενοί φίλοι να βρουν ξανά έναν κώδικα επικοινωνίας και συνεργασίας.
Αφορμή για την παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αθήνα είναι τα εγκαίνια του κέντρου γεροντολογίας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο Δήλεσι Βοιωτίας. Με μια κίνηση που αποτέλεσε έκπληξη για πολλούς, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος απέστειλε τον προηγούμενο μήνα στο Φανάρι τον πρωτοσύγκελο του, επίσκοπο Θεσπιών Συμεών, προκειμένου να μεταφέρει στον Οικουμενικό Πατριάρχη την επίσημη πρόσκληση και ιδιαίτερα την επιθυμία του να είναι εκείνος που θα εγκαινιάσει το νέο και σημαντικό αυτό έργο. Ο Πατριάρχης αποδέχθηκε αμέσως και όλες οι λεπτομέρειες άρχισαν να διευθετούνται.
Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό, ο Πατριάρχης έρχεται στην Αθήνα, όχι κατόπιν προσκλήσεως κάποιου δημόσιου ή ιδιωτικού φορέα αλλά προσωπικά του Αρχιεπισκόπου. Αυτό και μόνο, σε συνδυασμό με την άμεση αποδοχή της πρόσκλησης από πλευράς Πατριάρχη έκανε πολλούς να ελπίζουν πως κάτι αλλάζει. Ωστόσο τα προβλήματα υπάρχουν ακόμη και πλέον αυτό που μένει να φανεί είναι εάν πίσω από τις αβρότητες υπάρχουν και οι αναγκαίες προθέσεις ώστε να ξεπεραστούν.
ΟΙ ΑΝΟΙΚΤΕΣ «ΠΛΗΓΕΣ»
Μόλις τον προηγούμενο Μάρτιο, στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών εκδικάστηκε η Αγωγή που κατέθεσε η αρχιεπισκοπή Αθηνών κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου σχετικά με την υπόθεση του ναού του αγίου Γεωργίου του Κληροδοτήματος Προμπονά. Η κίνηση της Αρχιεπισκοπής να προσφύγει στην πολιτική Δικαιοσύνη κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου είχε θεωρηθεί εξόχως μη φιλική ενέργεια και είχε σχολιαστεί αναλόγως. Η απόφαση δεν έχει ακόμη εκδοθεί αν και νομικοί κύκλοι θεωρούν πως η αντίστοιχη απόφαση που έλαβε πρόσφατα άλλο δικαστήριο για την ίδια υπόθεση (Μητρόπολη Ιλίου και Ι.Ν. Αγίας Παρασκευής Ανάκασσας) δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδες στο Πατριαρχείο.
Βέβαια και το Πατριαρχείο μετρά μια δικαστική νίκη, στο Συμβούλιο της Επικρατείας για την ίδια υπόθεση.
Σημαντική και με ειδικό βάρος είναι η στάση της Εκκλησίας της Ελλάδος στο θέμα της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Μέχρι στιγμής η Αθήνα έχει δείξει να μην βιάζεται να πάρει απόφαση για το θέμα, άτι το οποίο κατά πολλούς εντάσσεται στο «ψυχροπολεμικό» κλίμα που επικρατούσε το τελευταίο διάστημα. Δεν θα ήταν έκπληξη εάν αυτή η επίσκεψη Βαρθολομαίου «ξεκλειδώσει» τις εξελίξεις ώστε η Εκκλησία της Ελλάδος να είναι η πρώτη Εκκλησία που θα αναγνωρίσει την νέα Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας και τον πρώτο Προκαθήμενο της.
Εάν παρακολουθήσει κάποιος με προσοχή τα γεγονότα των τελευταίων ετών τα οποία Αθήνα και Φανάρι κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν χωρίς την σιγουριά της συμμαχίας τους, εύκολα μπορεί να εξάγει το συμπέρασμα πως αυτή η κατάσταση δεν ευνοεί ούτε την μία ούτε την άλλη πλευρά. Ήρθε η ώρα για τις δυο Εκκλησίες να εργασθούν από κοινού για το «κοινό συμφέρον» ή οι δυο Προκαθήμενοι αποφάσισαν να δοκιμάσουν να επαναφέρουν τις σχέσεις στα προ της κρίσης επίπεδα; Για τους γνωρίζοντες τα γεγονότα αλλά και τον τρόπο σκέψης των δυο εκκλησιαστικών ηγετών θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο να υπάρξει ξανά ο ανοικτός δίαυλος και η εμπιστοσύνη των πρώτων ετών.
Ο βαθμός στο οποίο οι δυο πλευρές θα αναπτύξουν συνεργασίες και κοινές πρωτοβουλίες θα φανεί μάλλον από τις ίδιες τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν την πατριαρχική επίσκεψη στην Αθήνα, η οποία σε κάθε περίπτωση ως κάτι θετικό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί.