Κρίσιμο και ιδιαίτερα προνομιακό τομέα για τη χώρα, χαρακτήρισε την θρησκευτική διπλωματία ο υφυπουργός Εξωτερικών κ. Γιάννης Αμανατίδης κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης σήμερα στη Βουλή.
Ο κ. Αμανατίδης που έκανε λόγο για «δυναμική επανεμφάνιση της δημόσιας θρησκείας στην παγκόσμια σκηνή» με «πολύπλοκες επιπτώσεις» σημείωσε πως «Οι θρησκευτικοί παράγοντες συνεισφέρουν μία νέα διάσταση εμπιστοσύνης και νομιμοποίησης και, ως εκ τούτου, αυξημένης επιρροής στη διπλωματική διαδικασία. Είναι σεβαστοί, συχνά ακόμα και ως παγκόσμια πνευματικά πρότυπα, και μπορούν να καθοδηγήσουν ευκολότερα. Αυτό τους δίνει τεράστια επιρροή σε ορισμένες πολιτικές εξουσίες.».
ΠΗΓΗ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Είναι η πρώτη φορά που γίνεται τέτοια σαφής αναφορά στα οφέλη που μπορεί να έχει η χώρα από την θρησκευτική διπλωματία. «Η θρησκεία αποτελεί καθοριστικής σημασίας διπλωματικό πόρο, ως πηγή μείζονος επιρροής» τόνισε ο υφυπουργός εξωτερικών, που ανέλυσε τη σκέψη του λέγοντας πως «Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη φέρουν μαζί τους στη διπλωματική διαδικασία απτούς πόρους, όπως η εξουσία και το κεφάλαιο, οι θρησκευτικοί παράγοντες φέρουν άυλους πόρους, όπως ο σεβασμός, η εμπιστοσύνη και η αφοσίωση. Και οι δύο μπορούν να εργαστούν αποτελεσματικά για την ενίσχυση της θέσης της χώρας στη διεθνή κοινότητα».
Ο κ. Αμανατίδης ενημέρωσε τη Βουλή για τη διοργάνωση από το Υπουργείο Εξωτερικών, στις 18 – 20 του μηνός στην Αθήνα Διεθνούς Διάσκεψης με θέμα «Θρησκευτικός και Πολιτιστικός Πλουραλισμός και Ειρηνική Συνύπαρξη στην Μέση Ανατολή».
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Η ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα βήμα για την παρουσίαση του οδικού χάρτη της κυβέρνησής μας τόσο συνολικά, όσο και ανά τομέα ευθύνης του καθενός μας.
Είναι μια ευκαιρία να εκπέμψουμε προς κάθε κατεύθυνση, εντός και κυρίως εκτός των συνόρων, το μήνυμα της εμπέδωσης της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας στη χώρα μας μετά και τις τελευταίες εθνικές εκλογές, δίνοντας το έναυσμα για την «επανεκκίνηση» της Ελλάδας σε ένα παγκοσμιοποιημένο και ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Ένα σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον που συνιστά αναμφίβολα βάση και εχέγγυο για μια εξωστρεφή, δυναμική εξωτερική πολιτική, προϊόν παράλληλα ευρύτερων εγχώριων πολιτικών συναινέσεων, η οποία θα αποβλέπει:
➢ Στην ενίσχυση της σχέσης των Ελλήνων της Διασποράς με την μητέρα πατρίδα
➢ Στην ενίσχυση της διεθνούς εικόνας της χώρας μας και του εθνικού μας «brand name», για να χρησιμοποιήσω έναν αγγλοσαξωνικό όρο από τη στρατηγική των επιχειρήσεων
➢ Στην επανατοποθέτηση της Ελλάδας σε πολλαπλά επίπεδα στο διεθνές περιβάλλον
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις, που θα προωθήσουμε το αμέσως επόμενο διάστημα, αποτελούν την αναγκαία και ικανή συνθήκη για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Με όχημά μας το ανεκτίμητο, δυναμικό κεφάλαιο των Ελλήνων της Διασποράς, συνεχίζοντας την διαχρονική προσπάθεια της Πολιτείας για την αλληλεπίδραση του Απόδημου Ελληνισμού με την Ελλάδα, ήρθε η ώρα να αφήσουμε στη λήθη το Grexit και να εστιάσουμε στο Greform (Greece-reforms), στέλνοντας μήνυμα ισχυρής μεταρρυθμιστικής βούλησης σε όλο τον πλανήτη.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η Διασπορά αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της ιστορίας μας ως έθνους. Αποτελεί μέρος της εθνικής μας ταυτότητας, των επιτευγμάτων και της διεθνούς εικόνας μας. Η ύπαρξή τους είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορίας μεταναστεύσεων, που για τους περισσότερους δεν ήταν θέμα επιλογής. Έχοντας φτάσει στον εικοστό πρώτο αιώνα είχαμε πιστέψει, ότι εκείνες οι περιστάσεις ανήκαν στο παρελθόν. Όμως η οικονομική κρίση του 2008 συνετέλεσε στο να στερηθεί ο λαός μας, και ιδιαίτερα οι νέοι μας, τις θέσεις εργασίας και τις ευκαιρίες που τους αξίζουν.
Από την αρχή της θητείας της, η κυβέρνηση έχει λάβει τη στρατηγική απόφαση να επενδύσει τον χρόνο και τους πόρους που απαιτούνται για την ανοικοδόμηση της εικόνας της Ελλάδας διεθνώς. Πιστεύω, όμως, ότι η στρατηγική μας και η τεράστια προσπάθεια που απαιτείται για την υλοποίησή της θα δικαιωθούν πλήρως όταν η πολιτική μας δώσει τα πρώτα απτά δείγματα.
Τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και οι αρμόδιοι υπουργοί έχουμε ανοίξει έναν δίαυλο διαλόγου με τους ομογενείς σχετικά με την απόδοση κινήτρων για την ενθάρρυνση της Διασποράς να καταστεί πιο ενεργά μέρος των εθνικών προσπαθειών για τη δημιουργία επενδύσεων. Στις χώρες όπου διαβιούν οι ομογενείς μπορούμε με τη δράση τους να επεκτείνουμε την πρόσβασή μας στην τοπική αγορά. Οι ομογενείς, διαθέτοντας τη διττή εμπειρία, είναι εξαιρετικοί πρεσβευτές και ικανοί διαπραγματευτές. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να διαμορφωθούν επιχειρηματικά δίκτυα και να επηρεασθεί θετικά η άμεση ροή ξένων επενδύσεων προς την Ελλάδα μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και της ενεργοποίησης των απαραίτητων μηχανισμών.
Όμως, οι Έλληνες του εξωτερικού θα πρέπει να ιδωθούν όχι μόνον ως πηγές χρηματοδότησης αλλά, κυρίως, ως εταίροι για την ανάπτυξη. Μια ισχυρότερη σχέση μεταξύ του εθνικού κέντρου και της ελληνικής ομογένειας, είναι σκόπιμη και επείγουσα. Η στρατηγική εμπλοκή της Διασποράς, που θα είναι εδραιωμένη σε μία μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ικανότητα εκτίμησης των αναγκών, με σαφή έμφαση στη μεταφορά πληροφοριών και δεξιοτήτων θα μπορούσε να αποτελέσει το σημείο έναρξης.
Ιδιαίτερα σημαντικός είναι, επίσης, ο ρόλος που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι ελληνικής καταγωγής επιστήμονες στον απεγκλωβισμό από την κρίση, με δεδομένη τη σημασία της επιστήμης και της τεχνολογίας στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και την οικονομική ανάπτυξη. Η επιστημονική συνεργασία και η μετατροπή του «brain drain» σε «brain circulation» μεταξύ της διασποράς και της Ελλάδας μπορεί να επηρεάσει θετικά την κατάσταση των διακρατικών κοινοτήτων. Ως εκ τούτου, η χρήση των δεξιοτήτων των Ελλήνων που διαμένουν στο εξωτερικό, είναι σύμφωνη με την κατεύθυνση της αναπτυξιακής πολιτικής και θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης για εξειδικευμένους επιστήμονες.
Εργαζόμαστε για μια αμφίδρομη στενότερη και ουσιαστικότερη σχέση μεταξύ των ομογενών και του μητροπολιτικού κέντρου, επιδιώκοντας αφενός την επίλυση των χρόνιων προβλημάτων και την ικανοποίηση των πάγιων αιτημάτων τους όπως η εκπαίδευση, τα φορολογικά και συνταξιοδοτικά θέματα, η ψήφος του απόδημου ελληνισμού και αφετέρου την δυναμικότερη συμβολή τους στην εθνική υπόθεση της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της αναπτυξιακής πορείας της χώρας, την ανάπτυξη του τουρισμού, την προσέλκυση επενδύσεων και ακόμα την πολιτιστική διπλωματία.
Στο πλαίσιο αυτό με νομοθετική παρέμβαση και επιδιώκοντας τη μέγιστη πολιτική συναίνεση αναθεωρούμε το οργανωτικό πλαίσιο λειτουργίας του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην δημοκρατική αυτοοργάνωση του θεσμού, την ενίσχυση του κύρους του και της αποτελεσματικότητάς του εντός και εκτός συνόρων.
Με το Υπουργείο Εσωτερικών, που είναι το καθ’ ύλην αρμόδιο, έχουμε αρχίσει τη συζήτηση ως προς το θέμα της ψήφου των Ελλήνων της Διασποράς και ευελπιστώ ότι σε επόμενο στάδιο θα είμαστε σε θέση να συζητήσουμε και με τα κόμματα και να παρουσιάσουμε θέσεις για το ζήτημα αυτό.
Υλοποιούμε αναβαθμισμένα προγράμματα φιλοξενίας, με στοχευμένες δράσεις και με την πρόβλεψη διατήρησης της επαφής με τους συμμετέχοντες καθώς και την επιστημονική αξιοποίηση των συμπερασμάτων, γεγονός που έλειπε στο παρελθόν.
Είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι στον τομέα αυτό της εξωτερικής πολιτικής μας για τον ελληνισμό της Διασποράς θα αξιοποιήσουμε και θα συνεχίσουμε τις πολιτικές που διαχρονικά και συναινετικά έχουν εφαρμοστεί από την πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων, καθώς αυτές έχουν διαμορφωθεί και μέσα από τη λειτουργία της ειδικής μόνιμης επιτροπής της βουλής για τον ελληνισμό της Διασποράς.
Η πολιτική των ευρύτερων συναινέσεων στον τομέα αυτό θα είναι κύριο μέλημά μας και ζητούμε τη δημιουργική συνεισφορά και των άλλων πολιτικών κομμάτων σε αυτή την κατεύθυνση.
Όσον αφορά τώρα την Πολιτιστική Διπλωματία, που επίσης εντάσσεται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μου, παρά τα ισχυρά πολιτιστικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, αυτός ο τομέας παρέμενε μέχρι σήμερα αναιμικός. Η ανάπτυξή του οφείλει να ξεκινήσει από την κατανόηση των δυνατοτήτων που προσφέρει.
• Βοηθά στη δημιουργία μιας βάσης της εμπιστοσύνης με τους άλλους λαούς, που οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να αξιοποιήσουν για την επίτευξη πολιτικών, οικονομικών και στρατιωτικών συμφωνιών.
• Δημιουργεί σχέσεις με έθνη και λαούς, οι οποίες υφίστανται πέρα από τις αλλαγές κυβερνήσεων
• Μπορεί να προσεγγίσει σημαίνοντα μέλη ξένων εταιριών, ευκολότερα από μέσω παραδοσιακών διπλωματικών οδών
• Παρέχει θετική ατζέντα συνεργασίας παρά τις όποιες πολιτικές διαφορές
• Δημιουργεί μια ουδέτερη πλατφόρμα επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων
• Λειτουργεί ως ένα ευέλικτο, καθολικά αποδεκτό όχημα για επαναπροσέγγιση με χώρες που οι διπλωματικές σχέσεις είναι τεταμένες ή δεν υφίστανται
• Είναι η μοναδική που μπορεί να προσεγγίσει τους νέους ανθρώπους και ένα ευρύ φάσμα κοινού με πολιτιστικά ενδιαφέροντα
Ένας άλλος κρίσιμος και ιδιαίτερα προνομιακός για τη χώρα μας τομέας είναι η Θρησκευτική Διπλωματία. Η δυναμική επανεμφάνιση της δημόσιας θρησκείας στην παγκόσμια σκηνή έχει πολύπλοκες επιπτώσεις.
Οι θρησκευτικοί παράγοντες συνεισφέρουν μία νέα διάσταση εμπιστοσύνης και νομιμοποίησης και, ως εκ τούτου, αυξημένης επιρροής στη διπλωματική διαδικασία. Είναι σεβαστοί, συχνά ακόμα και ως παγκόσμια πνευματικά πρότυπα, και μπορούν να καθοδηγήσουν ευκολότερα. Αυτό τους δίνει τεράστια επιρροή σε ορισμένες πολιτικές εξουσίες. Η θρησκεία αποτελεί καθοριστικής σημασίας διπλωματικό πόρο, ως πηγή μείζονος επιρροής. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη φέρουν μαζί τους στη διπλωματική διαδικασία απτούς πόρους, όπως η εξουσία και το κεφάλαιο, οι θρησκευτικοί παράγοντες φέρουν άυλους πόρους, όπως ο σεβασμός, η εμπιστοσύνη και η αφοσίωση. Και οι δύο μπορούν να εργαστούν αποτελεσματικά για την ενίσχυση της θέσης της χώρας στη διεθνή κοινότητα.
Στην κατεύθυνση αυτή εργαζόμαστε ήδη, διοργανώνοντας ως Υπουργείο Εξωτερικών, στις 18 – 20 του μηνός στην Αθήνα Διεθνή Διάσκεψη με θέμα «Θρησκευτικός και Πολιτιστικός Πλουραλισμός και Ειρηνική Συνύπαρξη στην Μέση Ανατολή», εκκινώντας έναν περιεκτικό και σφαιρικό διάλογο με έμφαση στην ανθρωπιστική κρίση που βιώνουν οι πληθυσμοί των περιοχών της Μέσης Ανατολής.
Εκτός από το σεβασμό στο θρησκευτικό πλουραλισμό, πιστεύουμε ακράδαντα και στην αναγνώριση της πολιτιστικής διαφοράς.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν και δυο λόγια για την Ελληνόγλωσση εκπαίδευση του εξωτερικού. Τη δεκαετία 2010 με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στην πατρίδα μας έχουμε ένα νέο κύμα μετανάστευσης προς χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, κυρίως προς τη Γερμανία, όπου λειτουργούν σχολεία αμιγούς ελληνικής εκπαίδευσης. Η νέα γενιά μεταναστών που περιλαμβάνει και γονείς μαθητών αγκάλιασε τα σχολεία αυτού του είδους, με αποτέλεσμα να σημειώνεται αύξηση του μαθητικού πληθυσμού σε αυτά.
Η εκπαιδευτική πολιτική είναι απαραίτητο να συνδυαστεί από τώρα με μία σειρά μέτρων που θα προσαρμόζουν στις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές και πολιτισμικές συνθήκες των Ελληνόπουλων του εξωτερικού και αυτών που παλιννοστούν, το εκπαιδευτικό προσωπικό, τα μορφωτικά περιεχόμενα και τις μεθόδους διδασκαλίας.
Θεωρούμε ότι σημαντική συμβολή στην ελληνόγλωσση εκπαίδευση του Ελληνισμού της Διασποράς έχουν οι διακρατικές συμφωνίες με τις χώρες υποδοχής.
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Η ενεργοποίηση όλων των δυνάμεων της Πολιτείας από κοινού με την κινητοποίηση του Ελληνισμού της Διασποράς αποτελούν την καλύτερη βάση για ένα νέο ξεκίνημα. Για αυτό εργαζόμαστε και θα τα καταφέρουμε!
Σας ευχαριστώ