Παρασκευή 19 Απριλίου 2024 | 1:52

Άννα Συνοδινού, μεγάλη ηθοποιός και απλή Χριστιανή

Ιερόθεος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου
Ιερόθεος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1945. Είναι πτυχιούχος της θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ, και επίτιμος διδάκτορας του τμήματος Κοινωνικής θεολογίας της Θ.Σ. του Ε.ΚΠ.Α. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους Θεολόγους στον ορθόδοξο χώρο. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 25 γλώσσες. Η εις Επίσκοπο χειροτονία του τελέσθηκε στις 20 Ιουλίου 1995

Του ιδίου συγγραφέα:

Όταν υπηρετούσα στην Αθήνα ως Ιεροκήρυξ και Διευθυντής Νεότητος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, δοκίμασα πολλές εκπλήξεις. Προηγουμένως υπηρετούσα σε μια επαρχιακή Μητρόπολη, στην Έδεσσα, και η μετακίνησή μου στην Αθήνα μου έδωσε άλλες δυνατότητες. Επικοινωνούσα με πολύ κόσμο, λειτουργούσα και ομιλούσα στους κεντρικούς Ναούς των Αθηνών και εκπροσωπούσα τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρό Σεραφείμ σε διάφορες εκδηλώσεις, κυρίως στην Ακαδημία Αθηνών, τα Πανεπιστήμια, σε Συνέδρια κλπ. όπου και απηύθυνα χαιρετισμούς και μετέφερα τις ευχές του.

Σε κάποιες τέτοιες εκδηλώσεις συνάντησα την Άννα Συνοδινού, που τότε διέπρεπε ως ηθοποιός και ήταν βουλευτής και υφυπουργός της Κυβερνήσεως. Την έβλεπα στους Ιερούς Ναούς της Αρχιεπισκοπής να εκκλησιάζεται, κυρίως την συναντούσα στις αγρυπνίες σε διάφορους Ναούς. Διέκρινα την πίστη της και την σοβαρότητά της. Δεν ήταν φιλακόλουθη από ψηφοθηρικούς λόγους, αλλά από μια αγάπη της στον Θεό και την Εκκλησία.

Κάποτε, σε μια τέτοια συνάντηση με παρεκάλεσε να είμαι ο Πνευματικός της. Είχε Πνευματικό καθοδηγητή από το Άγιον Όρος, αλλά με υπόδειξή του έπρεπε να ‘έχη Πνευματικό Πατέρα και στην Αθήνα, να έχη μαζί του επικοινωνία και να τον συμβουλεύεται για διάφορα θέματα. Μού ζήτησε να την επισκεφθώ στο σπίτι της και να συζητήσουμε το θέμα αυτό.

Πράγματι, την ορισμένη ημέρα και ώρα πήγα στο σπίτι της, στην οδό Αντήνορος, με έναν ιδιαίτερο ενδοιασμό, γιατί ήταν ένα ίνδαλμα για πολλούς. Την θυμάμαι να παίζη σε πρωταγωνιστικό ρόλο σε αρχαίες τραγωδίες στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης με το υψηλό ανάστημά της, το ωραίο πρόσωπό της και την καθαρή άρθρωση και την βροντερή φωνή της, και τώρα που πήγαινα στο σπίτι της να συζητήσουμε πνευματικά θέματα αισθανόμουν ένα δέος.

Μέ υποδέχθηκε με μια αρχοντιά, ήταν πράγματι μια αρχόντισσα Αθηναία. Διεπίστωσα την τρυφερή σχέση της με τον σύζυγό της, Γιώργο Μαρινάκη. Είδα ένα απλό και συγχρόνως αρχοντικό σπίτι, με φωτογραφίες, μικρές και μεγάλες από διάφορες παραστάσεις της, έπιπλα προσεγμένα. Και σε μια σημαντική γωνιά του καθιστικού, όπου περνούσε πολλές ώρες την ημέρα, διαβάζοντας και συζητώντας με τους ανθρώπους, υπήρχαν πολλές βυζαντινές εικόνες και ένα καντήλι το οποίο πάντοτε ήταν αναμμένο.

Μού ανακοίνωσε την επιθυμία της να με κάνη Πνευματικό Πατέρα, με παρεκάλεσε να αναλάβω αυτό το έργο και περίμενε την απάντησή μου με μια απλότητα. Όταν της απάντησα ότι θα προσπαθήσω να βοηθήσω όσο μπορώ, εκείνη σαν μικρό παιδί χάρηκε και χειροκρότησε! Περίμενε την απόφασή μου με χαρά.

Έκτοτε την επισκεπτόμουν συχνά στο σπίτι της, ιδιαιτέρως πριν τις μεγάλες εορτές, για να ετοιμασθή για τον εορτασμό τους. Μέ απλότητα, ταπείνωση και σεβασμό μου έλεγε όλα τα θέματα που την απασχολούσαν και στο τέλος γονάτιζε για την συγχωρητική ευχή.

Έπειτα, συζητούσαμε διάφορα θέματα, μου εκμυστηρευόταν και τις απόψεις της για ηθοποιούς που διέπρεπαν την εποχή εκείνη, για πολιτικούς, για την επικοινωνία της με τον Πρωθυπουργό και μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή και για το πώς ανέλαβε Υφυπουργός στην Κυβέρνησή του.

Ήταν κυριολεκτικά αρχόντισσα. Όλοι οι τρόποι συμπεριφοράς της φανέρωναν ένα ήθος της παλαιάς Αθήνας. Επάνω της είχε κάτι το κοσμοπολίτικο και συγχρόνως κάτι εκκλησιαστικό, επηρεασμένο από την εσωτερική ζωή της Εκκλησίας. Ήταν κριτική για άστοχες συμπεριφορές άλλων, αλλά συγχρόνως ήταν και πολύ τρυφερή. Έβλεπα την τρυφερότητά της, ιδιαιτέρως όταν κατά την διάρκεια των συζητήσεών μας της τηλεφωνούσαν διάφορα συγγενικά και φιλικά της πρόσωπα. Ομιλούσε ωραία, αρχοντικά, τρυφερά, καλωσυνάτα. Δεν εκφραζόταν εκείνη την ώρα ως ηθοποιός, αλλά ως μάνα, ως Χριστιανή, με το ωραίο ύφος της και το γέλιο της.

Μιά μέρα μετά από την παραίτησή της από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, την επισκέφθηκα στο σπίτι της, μετά από δική της πρόσκληση. Ενώ οι εφημερίδες έλεγαν πολλά, εκείνη ήταν ήρεμη, σοβαρή, νηφάλια, προβληματισμένη, αλλά και αισιόδοξη. Ήταν σωστά τοποθετημένη απέναντι στην πολιτική, η οποία δυστυχώς, πολλές φορές από επίθετο γίνεται ουσιαστικό και ταυτίζεται με το κόμμα. Καταλάβαινα ότι η παραίτησή της, όχι μόνο από το Κοινοβούλιο, αλλά και από το κόμμα της, ήταν μια ώριμη πράξη, αποτέλεσμα πολλής σκέψης και έντονου προβληματισμού. Δεν μπορούσε αυτή η προσωπικότητα, ανοικτή και συγκροτημένη, να κλείνεται σε μικρά και ανήλια δωμάτια.

Κάποτε (1994) πέρασε μια δύσκολη ασθένεια, έκανε εγχείρηση, βρέθηκε στα πρόθυρα του θανάτου, αλλά ξεπέρασε γρήγορα το πρόβλημα. Όταν επέστρεψε στο σπίτι της, την επισκέφθηκα για να της ευχηθώ κατάλληλα. Ο σύζυγός της Γιώργος Μαρινάκης ήταν αφόρητα λυπημένος, γιατί αν πέθαινε αυτή πρώτη, δεν θα μπορούσε να ζήση χωρίς την Άννα. Εκείνη τον παρηγορούσε με μια αρρενωπότητα και συγχρόνως καλωσύνη. Συζήτησα μαζί της για πολύ ώρα. Αισθάνθηκα πολύ μεγάλο δέος, όταν την είδα να στρέφεται στην γωνιά με τις εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των αγίων και να λέη με εκπληκτική πίστη: «Δεν φοβήθηκα ούτε φοβάμαι τον θάνατο. Άλλωστε μετά τον θάνατο ζούμε με τους αγίους. Γιατί η ζωή που ζούμε εδώ στην γή να είναι καλύτερη από την ζωή των αγίων στον ουρανό;». Έμεινα έκπληκτος.

Διεπίστωσα την αγάπη της στην Ελλάδα, αφού, παρά το ότι έπρεπε να επισπεύση την εγχείριση, εκείνη με φρικτούς πόνους έκανε πρόβες και έπαιζε σε θεατρικές παραστάσεις για την Κύπρο. Διέκρινα όμως και την μεγάλη της πίστη στον Θεό και τους αγίους. Έβλεπα ότι υπερέβαινε τον θάνατο. Η σκέψη ότι θα ζή με τους αγίους αιώνια, η πεποίθησή της ότι η «θριαμβεύουσα Εκκλησία» είναι απείρως ανώτερη και καλύτερη από την διαμονή μας εδώ στην γή, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζε όλους τους γύρω της εκείνη την δύσκολη εποχή, όλα ήταν εκπληκτικά. Δεν μπορώ να γράψω περισσότερα. Εκείνο που μπορώ να υπογραμμίσω είναι ότι την άκουγα να διηγήται και να εκφράζεται, την έβλεπα να κινήται και να ενθουσιάζεται και διακατεχόμουν από αμηχανία, αλλά συγχρόνως και θαυμασμό.

Από το αρχείο του μητροπολίτη Ναυπάκτου

Σε μια συνέντευξή της, αναφερόμενη στην περιπέτεια της υγείας της, είπε: «Ο καρκίνος είναι μια θανατηφόρα ασθένεια που ίσως την προλάβεις με έγκαιρη διάγνωση, τον κατάλληλο επιστήμονα και πάντα με την βοήθεια του Σωτήρος Χριστού». Στην συνέχεια ανέφερε: «Διάβασα πολύ, ησύχασα μιλώντας με ελάχιστους φίλους. Δεν σκέφθηκα τον θάνατο και δεν έπαθα πανικό … πολύ αργότερα πληροφορήθηκα ότι ομάδες γνωστών και αγνώστων φίλων μου έκαναν ολονυκτίες στις Εκκλησίες και προσεύχονταν υπέρ υγείας μου. Τούς ευγνωμονώ. Η κοινωνία μου έστελνε ενέργεια … Κι εγώ κάθε Σάββατο, πηγαίνω άρτο στην Εκκλησία, με προσευχή υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των κεκοιμημένων συναδέλφων μου… Και πηγαίνω οίνο υπέρ υγείας πολλών. Δόξα τώ Θεώ. Ζώ, λοιπόν, θεία χάριτι, δίχως να το επιλέξω. Η Παράδοση και η πρόοδος με κρατούν στην ζωή». Στην ίδια συνέντευξη είπε έναν θαυμάσιο λόγο, απόσταγμα της όλης προσωπικότητάς της. «Ζώ ως λαϊκό άτομο με αριστοκρατικό τρόπο».

Πολλές φορές με ξεναγούσε στο σπίτι της και μου έδειχνε τις φωτογραφίες της, τα διάφορα αντικείμενα από τις παραστάσεις των αρχαίων τραγωδιών, τα ρούχα που φορούσε στις παραστάσεις, που τα είχε στο σπίτι της ως ανάμνηση, και μου διηγόταν διάφορες ιστορίες από την Μαρίκα Κοτοπούλη, την Παξινού, τον Μινωτή κ.ά. Έκοψε και μου έδωσε ένα τέτοιο μικρό ύφασμα από την παράστασή της στην Εκάβη.

Ήταν μια αριστοκράτισσα στους τρόπους, αλλά ταυτόχρονα και μια γυναίκα του λαού, όπως την περιγράφει ο Παπαδιαμάντης. Το διαπίστωσα όταν συζητούσα μαζί της διάφορα θέματα, από αρχαία παιδεία και θεολογία μέχρι την καθημερινότητα. Το καταλάβαινα όταν κάποιες παραμονές Μεγάλη Εβδομάδος μου έδειξε στην πράξη πώς μπορεί να βάψη κανείς πασχαλιάτικα αυγά, χωρίς χρώμα, αλλά με διάφορα έγχρωμα πανιά, όπως το μαντήλι της Εκάβης. Τύλιγε τα αυγά με διάφορα χρωματιστά πανιά, λέγοντας «βάζουμε λίγο Εκάβη, λίγο Αντιγόνη…». Έπειτα τα έβαζε σε ζεστό νερό και το χρώμα που έβγαινε από τα πολύχρωμα πανιά έκαναν εκπληκτικά σχήματα και εκείνη χαιρόταν σaν μικρό παιδί.

Η τηλεφωνική μας επικοινωνία ήταν συχνή και συζητούσαμε για πολλά θέματα. Χαιρόταν για τις αναλύσεις θεολογικών θεμάτων που έκανα και εκείνη κάτι εύρισκε να πή από τις αρχαίες τραγωδίες.

Όταν εξελέγην Μητροπολίτης στην Ναύπακτο εκείνη χάρηκε πολύ, έδειξε ποικιλοτρόπως την αγάπη της, μου έστελνε επιστολές και ευχές με τα μεγάλα γράμματά της και τον αυθόρμητο λόγο, μου χάρισε το βιβλίο της «Αίνος στους αξίους», με ειδική αφιέρωση. Κάποτε ήλθε στην Ναύπακτο στην ονομαστική μου εορτή, αλλά και άλλες φορές για να παίξη θεατρικά έργα, και πάντοτε μου μιλούσε με σεβασμό.

Η Άννα Συνοδινού ήταν μια μεγάλη ηθοποιός που ήξερε να ζωντανεύη πρόσωπα του παρελθόντος, και να χρησιμοποιή την γλώσσα με την μουσικότητά της και πολλές φορές μου έκανε επίδειξη αυτής της γνώσεως. Ήταν ένας ωραίος άνθρωπος, με θαυμαστή καλωσύνη, μια Χριστιανή με πίστη απλής γυναίκας του λαού, μια γυναίκα με ισχυρή θέληση, δημιουργικότητα, αλλά και αυθεντικότητα.

Ζούσε με αριστοκρατικό τρόπο, ήξερε να ανάβη το καντήλι και το θυμιατήρι, να κάνη πρόσφορο, να προσεύχεται για τον ανθρώπινο πόνο, να μιλά ώρες στο τηλέφωνο τρυφερά με τους πονεμένους ανθρώπους, σκορπίζοντας αισιοδοξία και χαρά, και να φλέγεται από την Παράδοση του τόπου μας, κυρίως όμως από την ζωή των αγίων.

Η ψυχή της πέταξε στον δημιουργό της και ξέφυγε από τον κόσμο της υποκρισίας και του θεάτρου με την γενικότερη έννοια, του ψεύδους και της σκληρότητας που δεν τα ήθελε, και θα συναντήση μια άλλη κοινωνία, την κοινωνία των αγίων που δεν υποκρίνεται και είναι σίγουρα καλύτερη από την επίγεια κοινωνία των ανθρώπων. –

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΦΩΤΟΑΦΙΕΡΩΜΑ: Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος – Άννα Συνοδινού, δυο προσωπικότητες που λείπουν

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ